ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
Άρθρο 45
Ελευθερία της έκφρασης
1. Η ελευθερία της έκφρασης των πολιτικών, φιλοσοφι.
κών και θρησκευτικών πεποιθήσεων, όπως και των επι.
στημονικών απόψεων και της υπηρεσιακής κριτικής των
πράξεων της προϊσταμένης αρχής, αποτελεί δικαίωμα
των υπαλλήλων και τελεί υπό την εγγύηση του Κράτους.
Δεν επιτρέπονται διακρίσεις των υπαλλήλων λόγω των
ΦΕΚ 26 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ)
πεποιθήσεων ή των απόψεων τους ή της κριτικής των
πράξεων της προϊσταμένης αρχής.
2. Η συμμετοχή των υπαλλήλων στην πολιτική ζωή
της Χώρας επιτρέπεται σύμφωνα με τις κείμενες δι.
ατάξεις.
Άρθρο 46
Συνδικαλιστική ελευθερία και δικαίωμα απεργίας
1. Η συνδικαλιστική ελευθερία και η ανεμπόδιστη άσκη.
ση των συναφών με αυτήν δικαιωμάτων διασφαλίζονται
στους υπαλλήλους.
2. Οι υπάλληλοι μπορούν ελεύθερα να ιδρύουν συν.
δικαλιστικές οργανώσεις, να γίνονται μέλη τους και να
ασκούν τα συνδικαλιστικά τους δικαιώματα.
3. Η απεργία αποτελεί δικαίωμα των υπαλλήλων και
ασκείται από τις συνδικαλιστικές τους οργανώσεις ως
μέσο για τη διασφάλιση και προαγωγή των οικονομικών,
εργασιακών, συνδικαλιστικών, κοινωνικών και ασφαλιστι.
κών συμφερόντων τους και ως εκδήλωση αλληλεγγύης
προς άλλους εργαζόμενους για τους αυτούς σκοπούς.
Το δικαίωμα της απεργίας ασκείται σύμφωνα με τις
διατάξεις του νόμου που το ρυθμίζει.
4. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν δικαίωμα να
διαπραγματεύονται με τις αρμόδιες αρχές για τους
όρους, την αμοιβή και τις συνθήκες εργασίας των με.
λών τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
Άρθρο 47
Υπηρεσιακή εκπαίδευση
1. Η υπηρεσιακή εκπαίδευση είναι δικαίωμα του υπαλ.
λήλου. Η εκπαίδευση γίνεται με τη συμμετοχή του
υπαλλήλου σε προγράμματα εισαγωγικής εκπαίδευ.
σης, επιμόρφωσης, μετεκπαίδευσης και προγράμματα ή
κύκλους μεταπτυχιακής εκπαίδευσης. Τα προγράμματα
εκτελούνται στην Ελλάδα ιδίως στο πλαίσιο του Εθνι.
κού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης
(Ε.Κ.Δ.Δ.Α.) ή στο εξωτερικό, σύμφωνα με τις διατάξεις
που ισχύουν κάθε φορά.
2. Η εισαγωγική εκπαίδευση είναι υποχρεωτική, τόσο
για την υπηρεσία όσο και για τον υπάλληλο. Γίνεται
κατά την πρώτη διετία από το διορισμό του υπαλλήλου
και έχει ως σκοπό την εξοικείωση του υπαλλήλου με τα
αντικείμενα της υπηρεσίας του και τα καθήκοντα του
ως δημοσίου υπαλλήλου γενικότερα. Οι αρμόδιες υπη.
ρεσίες υποχρεούνται να φροντίζουν για την πρόβλεψη
των αναγκαίων πιστώσεων στον οικείο προϋπολογισμό.
Δεν γίνεται προαγωγή υπαλλήλου στον επόμενο του
εισαγωγικού βαθμό εάν δεν έχει ολοκληρώσει επιτυχώς
την εισαγωγική εκπαίδευση. Ευθύς ως ο υπάλληλος
ολοκληρώσει την εισαγωγική εκπαίδευση, η προαγωγή
διενεργείται αναδρομικώς με όλες τις συνέπειες.
3. Η υπηρεσία είναι υποχρεωμένη να μεριμνά για την
επιμόρφωση των υπαλλήλων της σε όλη τη διάρκεια
της σταδιοδρομίας τους ανεξάρτητα από την κατηγο.
ρία, τον κλάδο, την ειδικότητα και το βαθμό τους. Η
επιμόρφωση μπορεί να είναι γενική ή να έχει τη μορφή
εξειδίκευσης σε αντικείμενα της υπηρεσίας του υπαλ.
λήλου. Η συμμετοχή του υπαλλήλου σε προγράμματα
επιμόρφωσης μπορεί να ορίζεται και ως υποχρεωτική.
4. Η μετεκπαίδευση έχει ως σκοπό την απόκτηση από
τον υπάλληλο των ειδικών γνώσεων που είναι απα.
ραίτητες για την άσκηση των καθηκόντων του. Γίνε.
ται σε φορείς δημόσιους ή ιδιωτικούς, στην Ελλάδα
ή το εξωτερικό, ιδίως σε Πανεπιστήμια, Τ.Ε.Ι. και στο
Ε.Κ.Δ.Δ.Α.. Η μετεκπαίδευση μπορεί να ορίζεται και ως
υποχρεωτική.
5. Η μεταπτυχιακή εκπαίδευση γίνεται με τη συμμε.
τοχή του υπαλλήλου σε προγράμματα ή κύκλους μετα.
πτυχιακών σπουδών που εκτελούνται σε αναγνωρισμένα
Πανεπιστήμια του εσωτερικού ή του εξωτερικού, είτε
αυτοτελώς είτε σε σύμπραξη με Τ.Ε.Ι.. Ως προγράμματα
ή κύκλοι μεταπτυχιακών σπουδών νοούνται όσα καθο.
ρίζονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις για την
ανώτατη εκπαίδευση.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΑΔΕΙΑ
Άρθρο 48
Δικαίωμα κανονικής άδειας
1. Οι δημόσιοι υπάλληλοι δικαιούνται κανονική άδεια
με αποδοχές δύο (2) μήνες μετά το διορισμό τους. Η
άδεια που δικαιούνται να λάβουν οι υπάλληλοι ορίζεται
σε δύο (2) ημέρες για κάθε μήνα υπηρεσίας και δεν
μπορεί να υπερβεί συνολικά τον αριθμό των ημερών
κανονικής άδειας που δικαιούνται με τη συμπλήρωση
ενός (1) έτους δημόσιας πραγματικής υπηρεσίας.
2. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, μετά τη συμπλήρωση ενός
(1) έτους πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας, δικαιούνται
κανονική άδεια απουσίας με αποδοχές, η διάρκεια της
οποίας ορίζεται σε είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες αν
ακολουθούν εβδομάδα πέντε (5) εργασίμων ημερών και
είκοσι τέσσερις (24) εργάσιμες ημέρες αν ακολουθούν
εβδομάδα έξι (6) εργασίμων ημερών.
Ο χρόνος της κανονικής άδειας επαυξάνεται κατά
μία (1) εργάσιμη ημέρα για κάθε έτος απασχόλησης και
μέχρι τη συμπλήρωση του ανώτατου ορίου των είκοσι
πέντε (25) ή τριάντα (30) εργασίμων ημερών προκει.
μένου για πενθήμερη ή εξαήμερη εβδομάδα εργασίας,
αντίστοιχα.
3. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας
Διοίκησης και Αποκέντρωσης μπορεί να προσαυξάνεται
ως τέσσερις (4) εργάσιμες ημέρες ο αριθμός των ημε.
ρών κανονικής άδειας των υπαλλήλων που υπηρετούν
σε παραμεθόριες περιοχές.
4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων δεν
εφαρμόζονται σε όσους έχουν κατά τις κείμενες δια.
τάξεις διακοπές εργασίας. Οι υπάλληλοι αυτοί μπο.
ρούν, εφόσον συντρέχουν σοβαροί λόγοι ανάγκης, να
παίρνουν κανονική άδεια με αποδοχές ως δέκα (10)
εργάσιμες ημέρες κατ’ έτος.
5. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση
των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και
Αποκέντρωσης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης,
προσαυξάνεται η κανονική άδεια των υπαλλήλων που
απασχολούνται σε επικίνδυνες και ανθυγιεινές εργα.
σίες. Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα καθορίζονται οι
προϋποθέσεις και ο αριθμός των ημερών προσαύξησης
της κανονικής άδειας.
Άρθρο 49
Χορήγηση κανονικής άδειας
1. Δεκαπέντε (15) ημέρες από την κανονική άδεια χορη.
γούνται υποχρεωτικά, εφόσον το ζητήσει ο υπάλληλος,
από 15 Μαίου έως 31 Οκτωβρίου. Η υποχρέωση αυτή
δεν ισχύει σε υπηρεσίες οι οποίες έχουν καθοριστεί με
απόφαση του οικείου Υπουργού και κατά την περίοδο
αυτή βρίσκονται στην αιχμή της λειτουργίας τους ή λει.
τουργούν σε εικοσιτετράωρη βάση. Όταν με αίτηση του
υπαλλήλου ολόκληρη η άδεια χορηγείται εκτός από την
περίοδο αυτή, προσαυξάνεται κατά πέντε (5) εργάσιμες
ημέρες. Η προσαύξηση αυτή δεν χορηγείται όταν ο
υπάλληλος κάνει χρήση της κανονικής του άδειας κατά
την περίοδο των Χριστουγέννων και του Πάσχα.
2. Η υπηρεσία, στην οποία ανήκει ο υπάλληλος, χορη.
γεί υποχρεωτικά σε αυτόν μέσα στο δεύτερο εξάμηνο
κάθε έτους την κανονική άδεια που δικαιούται και αν
ακόμα δεν την ζητήσει.
3. Επιτρέπεται να μην χορηγείται, να περιορίζεται ή
να ανακαλείται η κανονική άδεια προκειμένου να αντι.
μετωπιστούν έκτακτες ανάγκες της υπηρεσίας, μετά
όμως από έγκριση του οργάνου που προΐσταται εκείνου
το οποίο είναι αρμόδιο για τη χορήγηση της άδειας. Αν
τέτοιο όργανο δεν υπάρχει, αποφασίζει το αρμόδιο για
τη χορήγηση της άδειας όργανο.
4. Η άδεια που δεν χορηγήθηκε κατ’ εφαρμογή της
προηγούμενης παραγράφου, χορηγείται υποχρεωτικά
το επόμενο έτος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΑΔΕΙΕΣ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΕΩΝ
Άρθρο 50
Δικαίωμα ειδικής άδειας
1. Οι υπάλληλοι έχουν δικαίωμα άδειας απουσίας με
αποδοχές πέντε (5) εργασίμων ημερών σε περίπτωση
γάμου και τριών (3) εργασίμων ημερών σε περίπτωση
θανάτου συζύγου τους ή και συγγενούς έως και β΄ βαθ.
μού. Επίσης δικαιούνται κατόπιν τεκμηριωμένης αίτησης
ειδική άδεια με αποδοχές διάρκειας μίας (1) έως τριών
(3) ημερών, κατά περίπτωση, για την άσκηση του εκλο.
γικού δικαιώματος ή για τη συμμετοχή σε δίκη ενώπιον
οποιουδήποτε δικαστηρίου.
2. Υπάλληλοι που πάσχουν ή έχουν σύζυγο ή τέκνο που
πάσχει από νόσημα το οποίο απαιτεί τακτικές μεταγγί.
σεις αίματος ή χρήζει περιοδικής νοσηλείας δικαιούνται
ειδική άδεια με αποδοχές έως είκοσι δύο (22) εργάσιμες
ημέρες το χρόνο. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδί.
δεται μετά από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών,
Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Υγείας και
Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθορίζονται τα νοσήματα
του προηγούμενου εδαφίου.
3. Η άδεια της προηγούμενης παραγράφου χορηγείται
και σε υπαλλήλους που έχουν τέκνα που πάσχουν από
βαριά νοητική στέρηση ή σύνδρομο Down.
4. Υπάλληλοι με ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις
εκατό (50%) και άνω δικαιούνται από την υπηρεσία κάθε
ημερολογιακό έτος άδεια με αποδοχές έξι (6) εργασί.
μων ημερών επιπλέον της κανονικής τους άδειας.
5. Υπάλληλος ο οποίος ανταποκρίνεται σε πρόσκληση
από υπηρεσία αιμοληψίας για κάλυψη έκτακτης ανάγκης,
καθώς και υπάλληλος ο οποίος μετέχει σε οργανωμένη
ομαδική αιμοληψία δικαιούται ειδικής άδειας απουσίας,
με πλήρεις αποδοχές, δύο (2) ημερών.
6. Υπάλληλος ο οποίος χειρίζεται ηλεκτρονικό υπολο.
γιστή και απασχολείται μπροστά σε οθόνη οπτικής κα.
ταγραφής για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των πέντε
(5) ωρών του ημερήσιου ωραρίου εργασίας δικαιούται
μηχανογραφική άδεια, μετά πλήρων αποδοχών, μίας (1)
ημέρας ανά δίμηνο. Η άδεια χορηγείται υποχρεωτικά
μέσα στο δίμηνο το οποίο αφορά. Εφόσον η άδεια αυτή
δεν εξαντληθεί στο διάστημα αυτό, δεν μεταφέρεται
ούτε καταβάλλεται αποζημίωση στον υπάλληλο.
7. Λοιπές άδειες που προβλέπονται από κείμενες ει.
δικές διατάξεις διατηρούνται.
Άρθρο 51
Αδειες χωρίς αποδοχές
1. Επιτρέπεται η χορήγηση στον υπάλληλο, μετά από
αίτηση του, άδειας χωρίς αποδοχές, εφόσον οι ανάγκες
της υπηρεσίας το επιτρέπουν. Η άδεια αυτή δεν μπορεί
να υπερβεί τον ένα (1) μήνα εντός του ίδιου ημερολο.
γιακού έτους.
2. Στους υπαλλήλους επιτρέπεται η χορήγηση άδειας
χωρίς αποδοχές συνολικής διάρκειας έως δύο (2) ετών,
ύστερα από αίτηση τους και γνώμη του υπηρεσιακού
συμβουλίου, για σοβαρούς ιδιωτικούς λόγους.
3. Υπάλληλος, του οποίου σύζυγος υπηρετεί στο εξω.
τερικό σε ελληνική υπηρεσία του Δημοσίου, νομικού
προσώπου δημοσίου δικαίου ή άλλου φορέα του δη.
μόσιου τομέα ή σε υπηρεσία ή φορέα της Ευρωπαϊκής
Ένωσης ή σε διεθνή οργανισμό, στον οποίο μετέχει και
η Ελλάδα, δικαιούται να πάρει άδεια χωρίς αποδοχές
μέχρι έξι (6) έτη συνεχώς ή και τμηματικά, εφόσον έχει
συμπληρώσει διετή πραγματική υπηρεσία.
4. Στον υπάλληλο που αποδέχεται θέση στην Ευρωπαϊ.
κή Ένωση ή σε διεθνή οργανισμό, στον οποίο μετέχει η
Ελλάδα, χορηγείται μετά από γνώμη του υπηρεσιακού
συμβουλίου άδεια χωρίς αποδοχές μέχρι πέντε (5) έτη,
η οποία μπορεί να παραταθεί με την ίδια διαδικασία για
μία ακόμα πενταετία. Αν ο υπάλληλος δεν εμφανιστεί
να αναλάβει καθήκοντα μέσα σε δύο (2) μήνες από τη
λήξη της άδειας, θεωρείται ότι παραιτήθηκε αυτοδικαί.
ως από την υπηρεσία.
5. Ο χρόνος της άδειας χωρίς αποδοχές αποτελεί
χρόνο πραγματικής υπηρεσίας μόνο στις περιπτώσεις
των παραγράφων 1 και 4 του παρόντος άρθρου.
6. Κατά τη διάρκεια της άδειας της παρ. 4 του άρθρου
αυτού ο υπάλληλος υποχρεούται να καταβάλλει τις
νόμιμες κρατήσεις για κύρια και επικουρική ασφάλιση
και στα ταμεία πρόνοιας, οι οποίες αντιστοιχούν στο
βαθμό ή το μισθό της υπηρεσίας στην οποία ανήκει
οργανικά.
Άρθρο 52
Άδειες μητρότητας
1. Στις υπαλλήλους οι οποίες κυοφορούν, χορηγείται
άδεια μητρότητας με πλήρεις αποδοχές δύο (2) μήνες
πριν και τρεις (3) μήνες μετά τον τοκετό. Σε περίπτωση
απόκτησης τέκνου πέραν του 3ου, η μετά τον τοκετό
άδεια προσαυξάνεται κάθε φορά κατά δύο (2) μήνες. Η
άδεια λόγω κυοφορίας χορηγείται ύστερα από βεβαί.
ωση του θεράποντος ιατρού για τον πιθανολογούμενο
χρόνο τοκετού.
2. Όταν ο τοκετός πραγματοποιείται σε χρόνο μετα.
γενέστερο από αυτόν που είχε πιθανολογηθεί αρχικά,
η άδεια που είχε χορηγηθεί, παρατείνεται μέχρι την
πραγματική ημερομηνία του τοκετού, χωρίς αυτή η πα.
ράταση να συνεπάγεται αντίστοιχη μείωση του χρόνου
της άδειας που χορηγείται μετά τον τοκετό. Όταν ο
τοκετός πραγματοποιηθεί σε χρόνο προγενέστερο από
αυτόν που είχε αρχικά πιθανολογηθεί, το υπόλοιπο της
άδειας χορηγείται μετά τον τοκετό, ώστε να εξασφαλι.
στεί συνολικός χρόνος άδειας πέντε (5) μηνών.
3. Σε κυοφορούσες υπαλλήλους που έχουν ανάγκη ει.
δικής θεραπείας, μετά την εξάντληση της αναρρωτικής
άδειας με αποδοχές, χορηγείται κανονική άδεια κυοφο.
ρίας με αποδοχές, μετά από βεβαίωση θεράποντος ια.
τρού και διευθυντή γυναικολογικής ή μαιευτικής κλινικής
ή τμήματος δημόσιου νοσηλευτικού ιδρύματος.
4. Στις υπαλλήλους που υιοθετούν τέκνο, χορηγείται
άδεια τριών (3) μηνών με πλήρεις αποδοχές εντός του
πρώτου εξαμήνου μετά την περαίωση της διαδικασίας
της υιοθεσίας, εφόσον το υιοθετημένο τέκνο είναι ηλι.
κίας έως έξι (6) ετών. Ένας μήνας από την άδεια αυτή
μπορεί να καλύπτει απουσία της υπαλλήλου κατά το
προ της υιοθεσίας διάστημα.
5. Επιδόματα λόγω τοκετού, που καταβλήθηκαν στην
υπάλληλο νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου λόγω
υποχρεωτικής ασφάλισης σε ασφαλιστικούς οργανι.
σμούς, εκπίπτουν από τις αποδοχές που καταβάλλονται
κατά τη διάρκεια της άδειας μητρότητας, εφόσον η
ασφάλιση θεμελιώνεται και σε συνεισφορά του νομικού
προσώπου.
Άρθρο 53
Διευκολύνσεις υπαλλήλων
με οικογενειακές υποχρεώσεις
1. Η προβλεπόμενη από την παρ. 2 του άρθρου 51 του
παρόντος άδεια χορηγείται υποχρεωτικά, χωρίς γνώμη
υπηρεσιακού συμβουλίου, όταν πρόκειται για ανατροφή
παιδιού ηλικίας έως και έξι (6) ετών.
Διάστημα τριών (3) μηνών της άδειας αυτής χορη.
γείται με πλήρεις αποδοχές στην περίπτωση γέννησης
τρίτου (3ου) παιδιού και άνω.
2. Ο χρόνος εργασίας του γονέα υπαλλήλου μειώνεται
κατά δύο (2) ώρες ημερησίως εφόσον έχει τέκνα ηλικίας
έως δύο (2) ετών και κατά μία (1) ώρα, εφόσον έχει τέκνα
ηλικίας από δύο (2) έως τεσσάρων (4) ετών.
Ο γονέας υπάλληλος δικαιούται εννέα (9) μήνες άδεια
με αποδοχές για ανατροφή παιδιού, εφόσον δεν κάνει
χρήση του κατά το προηγούμενο εδάφιο μειωμένου
ωραρίου.
Για το γονέα που είναι άγαμος ή χήρος ή διαζευγ.
μένος ή έχει αναπηρία 67% και άνω, το κατά μία ώρα
μειωμένο ωράριο του πρώτου εδαφίου ή η άδεια του
προηγούμενου εδαφίου προσαυξάνονται κατά έξι (6)
μήνες ή ένα (1) μήνα αντίστοιχα.
Στην περίπτωση γέννησης 4ου τέκνου, το μειωμένο
ωράριο εργασίας παρατείνεται για δύο (2) ακόμα έτη.
3. Αν και οι δύο γονείς είναι υπάλληλοι, με κοινή τους
δήλωση που κατατίθεται στις υπηρεσίες τους καθορίζε.
ται ποιος από τους δύο θα κάνει χρήση του μειωμένου
ωραρίου ή της άδειας ανατροφής, εκτός αν με την
ανωτέρω κοινή τους δήλωση καθορίσουν χρονικά δια.
στήματα που ο καθένας θα κάνει χρήση, αλλά πάντοτε
διαδοχικώς και μέσα στα χρονικά όρια της προηγού.
μενης παραγράφου.
Αν η σύζυγος του υπαλλήλου ή ο σύζυγος της υπαλλή.
λου εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα, εφόσον δικαιούται
όμοιων ολικώς ή μερικώς διευκολύνσεων, ο σύζυγος ή
η σύζυγος υπάλληλος δικαιούται να κάνει χρήση των
διευκολύνσεων της παραγράφου 2 κατά το μέρος που
η σύζυγος αυτού ή ο σύζυγος αυτής δεν κάνει χρήση
των δικών της ή των δικών του δικαιωμάτων ή κατά το
μέρος που αυτά υπολείπονται των διευκολύνσεων της
παραγράφου 2.
Αν η σύζυγος του υπαλλήλου δεν εργάζεται ή δεν
ασκεί οποιοδήποτε επάγγελμα, ο σύζυγος δεν δικαιού.
ται να κάνει χρήση των διευκολύνσεων της παραγράφου
2, εκτός αν λόγω σοβαρής πάθησης ή βλάβης κριθεί
ανίκανη να αντιμετωπίζει τις ανάγκες ανατροφής του
παιδιού, σύμφωνα με βεβαίωση της Δευτεροβάθμιας
Υγειονομικής Επιτροπής στην αρμοδιότητα της οποίας
υπάγεται ο υπάλληλος.
4. Όταν ο ένας γονέας λάβει την άδεια της παρ. 1 του
παρόντος, ο άλλος δεν έχει δικαίωμα να κάνει χρήση
των διευκολύνσεων της παρ. 2 του άρθρου αυτού για
το ίδιο διάστημα.
5. Σε περίπτωση διάστασης, διαζυγίου, χηρείας ή γέν.
νησης τέκνου χωρίς γάμο των γονέων του, την άδεια
της παρ. 1 και τις διευκολύνσεις της παρ. 2 του παρόντος
άρθρου δικαιούται ο γονέας που ασκεί την επιμέλεια.
6. Οι υπηρεσίες υποχρεούνται να διευκολύνουν τους
υπαλλήλους που έχουν τέκνα τα οποία παρακολουθούν
μαθήματα πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευ.
σης, για να επισκέπτονται το σχολείο των παιδιών τους,
με σκοπό την παρακολούθηση της σχολικής τους επί.
δοσης.
7. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας
Διοίκησης και Αποκέντρωσης ρυθμίζονται οι λεπτομέ.
ρειες εφαρμογής των διατάξεων της προηγούμενης
παραγράφου και καθορίζεται το ανώτατο όριο ημερών
απουσίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄
ΑΝΑΡΡΩΤΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ
Άρθρο 54
Δικαίωμα αναρρωτικής άδειας
1. Στον υπάλληλο που είναι ασθενής ή χρειάζεται να
αναρρώσει, χορηγείται αναρρωτική άδεια με αποδο.
χές τόσων μηνών όσα είναι τα έτη της υπηρεσίας του,
από την οποία αφαιρείται το σύνολο των αναρρωτικών
αδειών που τυχόν έχει λάβει μέσα στην προηγούμενη
πενταετία. Αναρρωτική άδεια χορηγούμενη χωρίς δια.
κοπή δεν μπορεί να υπερβεί τους δώδεκα (12) μήνες.
Χρόνος υπηρεσίας τουλάχιστον έξι (6) μηνών θεωρείται
ως πλήρες έτος.
2. Στην αναρρωτική άδεια συνυπολογίζονται και οι
ημέρες απουσίας λόγω ασθενείας που προηγήθηκαν
της άδειας.
3. Στον υπάλληλο που πάσχει από δυσίατο νόσημα,
χορηγείται αναρρωτική άδεια, της οποίας η διάρκεια
είναι διπλάσια από τη διάρκεια των αδειών των προη.
γούμενων παραγράφων.
4. Τα δυσίατα νοσήματα καθορίζονται με απόφαση
του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που
εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου
Υγείας.
Άρθρο 55
Χορήγηση αναρρωτικής άδειας
1. Η αναρρωτική άδεια χορηγείται ανά τρίμηνο ή σε
περίπτωση δυσίατων νοσημάτων ανά εξάμηνο, κατ’
ανώτατο όριο, ύστερα από γνωμάτευση της οικείας
υγειονομικής επιτροπής σύμφωνα με τα οριζόμενα στα
άρθρα 165 και 167.
2. Βραχυχρόνιες αναρρωτικές άδειες χορηγούνται:
α) με υπεύθυνη δήλωση του υπαλλήλου ή γνωμάτευση
θεράποντος ιατρού έως δύο (2) ημέρες κάθε φορά και
όχι περισσότερες από τέσσερις (4) ημέρες κατ’ έτος,
β) με γνωμάτευση του θεράποντα ιατρού έως τρεις (3)
ημέρες κάθε φορά και όχι περισσότερες από έξι (6) κατ’
έτος, γ) με γνωμάτευση του διευθυντή κλινικής δημόσιου
νοσοκομείου έως πέντε (5) ημέρες κάθε φορά και όχι
πέραν των δέκα (10) ημερών κατ’ έτος.
Το σύνολο των βραχυχρόνιων αναρρωτικών αδειών
των περιπτώσεων α΄, β΄και γ΄ που χορηγούνται χωρίς
γνωμάτευση υγειονομικής επιτροπής δεν υπερβαίνει
αθροιστικά τις δέκα (10) ημέρες το χρόνο.
3. Σε περίπτωση βραχυχρόνιας αναρρωτικής άδειας
πριν ή μετά από αργία ή ανάμεσα σε δύο (2) αργίες,
ο υπάλληλος παραπέμπεται υποχρεωτικά για εξέταση
στην οικεία υγειονομική επιτροπή.
Στις ίδιες περιπτώσεις δεν επιτρέπεται η χορήγηση
αναρρωτικής άδειας με υπεύθυνη δήλωση του υπαλ.
λήλου.
4. Ο υπάλληλος υποχρεούται να δεχτεί την επίσκεψη
του ελεγκτή ιατρού.
5. Η αποστολή ιατρού για έλεγχο υπαλλήλου, που
κάνει χρήση βραχυχρόνιων αναρρωτικών αδειών κατ’
επανάληψη, είναι υποχρεωτική για την υπηρεσία.
Άρθρο 56
Διαδικασία χορήγησης αναρρωτικής άδειας
1. Ο υπάλληλος που κωλύεται να προσέλθει στην ερ.
γασία του λόγω ασθενείας ενημερώνει την υπηρεσία
για την αδυναμία αυτή την ίδια ημέρα.
2. Η υπηρεσία χορηγεί την αναρρωτική άδεια ύστερα
από αίτηση του υπαλλήλου. Η αίτηση για αναρρωτι.
κή άδεια υποβάλλεται εντός επτά (7) ημερών από την
απουσία του υπαλλήλου λόγω ασθενείας. Σε περίπτω.
ση αδικαιολόγητης καθυστέρησης που δεν οφείλεται
σε λόγους ανωτέρας βίας, γίνεται ανάλογη περικοπή
της αναρρωτικής άδειας με ευθύνη του οργάνου που
είναι αρμόδιο για την έκδοση της απόφασης χορήγησης
της. Η υπηρεσία σε όλως ειδικές περιπτώσεις μπορεί
να κινεί τη διαδικασία χορήγησης αναρρωτικής άδειας
αυτεπαγγέλτως.
3. Αναρρωτική άδεια πέραν των δέκα (10) ημερών κατ’
έτος χορηγείται ύστερα από γνωμάτευση της οικείας
υγειονομικής επιτροπής, με εξαίρεση την περίπτωση
που η άδεια χορηγείται βάσει γνωμάτευσης του δι.
ευθυντή κλινικής δημόσιου νοσοκομείου και εφόσον
πρόκειται για νοσηλεία επτά (7) ημερών τουλάχιστον,
ή κατόπιν χειρουργικής επέμβασης.
4. Άδεια διάρκειας πέραν του ενός (1) μηνός για ψυχική
νόσο δεν χορηγείται αν δεν έχει προηγηθεί νοσηλεία σε
δημόσιο νοσοκομείο. Παράταση της ή χορήγηση νέας
άδειας, εφόσον υπερβαίνει, συνολικώς ή τμηματικώς,
τον έναν (1) μήνα μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος
χορηγείται ύστερα από αναλυτική έκθεση θεράποντος
ιατρού και έκθεση εξέτασης λειτουργικότητας του
ασθενούς, το περιεχόμενο των οποίων καθορίζεται με
κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας
Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Υγείας και Κοινωνι.
κής Αλληλεγγύης. Με την ίδια απόφαση ορίζονται τα
όργανα που δικαιούνται να προβαίνουν σε εξέταση λει.
τουργικότητας του ασθενούς, καθώς και κάθε αναγκαία
λεπτομέρεια.
5. Το αρμόδιο για τη χορήγηση της αναρρωτικής άδει.
ας όργανο είτε χορηγεί ολόκληρη την άδεια που προ.
τείνει η πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή ή, εάν κρίνει
τη γνωμάτευση της ως αναιτιολόγητη, παραπέμπει τον
ενδιαφερόμενο για εξέταση στη δευτεροβάθμια υγει.
ονομική επιτροπή. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί μέσα σε
δέκα (10) ημέρες από την κοινοποίηση σε αυτόν της
γνωμάτευσης της πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτρο.
πής να ζητήσει με ένσταση του νέα εξέταση από την
οικεία δευτεροβάθμια επιτροπή, όταν η πρωτοβάθμια
έχει απορρίψει εξ ολοκλήρου ή εγκρίνει λιγότερο από
το ήμισυ της αναρρωτικής άδειας. Η αναρρωτική άδεια
που προτείνεται από τη δευτεροβάθμια υγειονομική
επιτροπή χορηγείται υποχρεωτικά.
6. Δικαίωμα ένστασης ενώπιον της πρωτοβάθμιας ή
της ειδικής υγειονομικής επιτροπής έχουν η υπηρεσία
και ο υπάλληλος για την κατ’ εξαίρεση χορήγηση άδειας
σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου αυτού.
7. Η αίτηση υπαλλήλου για παράταση αναρρωτικής
άδειας υποβάλλεται το αργότερο μέσα στο τελευταίο
δεκαπενθήμερο του χρόνου της άδειας που του έχει
χορηγηθεί.
8. Ύστερα από κάθε εξέταση, καθώς και μετά τη λήξη
του ανωτάτου χρονικού ορίου αναρρωτικής άδειας, οι
υγειονομικές επιτροπές γνωμοδοτούν εάν η νόσος είναι
ιάσιμη ή όχι. Στη δεύτερη περίπτωση και αφού η γνω.
μάτευση γίνει οριστική, ο υπάλληλος απολύεται κατά
τα οριζόμενα στο άρθρο 153. Οι προϊστάμενες αρχές
της οικείας υπηρεσίας μπορούν να παραπέμπουν και
αυτεπαγγέλτως υπαλλήλους στις δευτεροβάθμιες υγει.
ονομικές επιτροπές για απόλυση τους, εάν κρίνουν ότι
δεν μπορούν να εκτελούν τα καθήκοντα τους λόγω
σωματικής ή πνευματικής ανικανότητας και πριν χορη.
γηθεί αναρρωτική άδεια ή μετά τη λήξη αναρρωτικής
άδειας.
9. Κατά της γνωμοδότησης αρμόδιας υγειονομικής
επιτροπής για απαλλαγή εκ της υπηρεσίας λόγω ασθέ.
νειας, δικαιούται ο ενδιαφερόμενος να ασκήσει προσφυ.
γή σε αποκλειστική προθεσμία δέκα (10) ημερών από την
κοινοποίηση της απόφασης της υγειονομικής επιτροπής
ενώπιον της επιτροπής προσφυγών του άρθρου 166.
Στην ίδια επιτροπή μπορεί να ασκήσει προσφυγή ο
υπάλληλος κατά της γνωμάτευσης της αρμόδιας υγει.
ονομικής επιτροπής με την οποία κρίθηκε ικανός για
ανάληψη υπηρεσίας.
10. Ο υπάλληλος είναι υποχρεωμένος να παρουσι.
άζεται για ιατρική εξέταση, εφόσον το ζητήσει η επι.
τροπή.
Αν δεν παρουσιαστεί, δεν χορηγείται αναρρωτική
άδεια.
11. Ο υπάλληλος, ο οποίος βρίσκεται δικαιολογημέ.
να εκτός της έδρας του, υποχρεούται, αμέσως μόλις
ασθενήσει, να υποβάλει αίτηση χορήγησης αναρρωτικής
άδειας στην πλησιέστερη υγειονομική επιτροπή. Αν η
υγειονομική επιτροπή δεν εξετάσει για οποιονδήποτε
λόγο τον υπάλληλο έως ότου επανέλθει στην έδρα του,
υποχρεούται να διαβιβάσει την αίτηση με τα σχετικά
δικαιολογητικά στην υγειονομική επιτροπή της έδρας
του υπαλλήλου.
12. Αν η αρμόδια υγειονομική επιτροπή κρίνει ότι για
τη χορήγηση αναρρωτικής άδειας είναι αναγκαία η πα.
ρακολούθηση του υπαλλήλου για ορισμένο διάστημα σε
νοσηλευτικό ίδρυμα, η άδεια δεν χορηγείται χωρίς την
παρακολούθηση αυτή.
13. Τυχόν γνωμάτευση δευτεροβάθμιας υγειονομικής
επιτροπής για μη χορήγηση εν όλω ή εν μέρει άδειας
δεν επιφέρει συνέπειες σε βάρος του υπαλλήλου, εφό.
σον η άδεια αυτή έχει ήδη διανυθεί βάσει γνωμάτευσης
πρωτοβάθμιας επιτροπής, εκτός εάν για τη χορήγηση
της διαπιστώνεται βαρεία αμέλεια ή δόλος του υπαλ.
λήλου.
14. Ειδικές διατάξεις για έλεγχο της κατ’ οίκον ασθέ.
νειας των υπαλλήλων διατηρούνται σε ισχύ.
Άρθρο 57
Υγειονομική περίθαλψη . Έξοδα κηδείας
1. Οι υπάλληλοι και τα μέλη της οικογένειάς τους έχουν
δικαίωμα σε υγειονομική περίθαλψη που περιλαμβάνει
νοσοκομειακή, ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη.
2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση
των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και
Αποκέντρωσης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύ.
ης καθορίζονται ο τρόπος, οι προϋποθέσεις, οι φορείς
παροχής της υγειονομικής περίθαλψης, τα μέλη της
οικογένειας του υπαλλήλου που δικαιούνται περίθαλ.
ψη, καθώς και η τυχόν συμμετοχή των υπαλλήλων στις
δαπάνες για φαρμακευτική περίθαλψη.
3. Η υπηρεσία έχει υποχρέωση να καταβάλει τα έξοδα
κηδείας των υπαλλήλων, των συζύγων και των τέκνων
τους, εφόσον αυτά προστατεύονται και συντηρούνται
από αυτούς. Από τα έξοδα αυτά εκπίπτεται κάθε ποσό
που καταβάλλεται βάσει των κειμένων διατάξεων για
την ίδια αιτία από ασφαλιστικό οργανισμό ή από οποι.
ονδήποτε άλλο δημόσιο φορέα.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δη.
μόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Υγείας και Κοι.
νωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομίας και Οικονομικών
καθορίζονται το ύψος και ο τρόπος καταβολής των
εξόδων κηδείας, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτο.
μέρεια.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η΄
ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ
Άρθρο 58
Άδειες υπηρεσιακής εκπαίδευσης
1. Για τη συμμετοχή του υπαλλήλου σε προγράμματα
μετεκπαίδευσης και προγράμματα ή κύκλους μεταπτυ.
χιακής εκπαίδευσης, ο υπάλληλος δικαιούται να ζητήσει
άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης. Άδεια δεν χορηγείται
αν ο χρόνος υπηρεσίας του υπαλλήλου που απομένει
μετά το πέρας της άδειας είναι μικρότερος του τετρα.
πλάσιου της χρονικής διάρκειας της άδειας. Επίσης η
ανωτέρω άδεια δεν χορηγείται αν ο υπάλληλος δεν έχει
συμπληρώσει τη δοκιμαστική υπηρεσία.
2. Η άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης χορηγείται από
τον αρμόδιο Υπουργό ή από τη διοίκηση του οικείου
νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ύστερα από αίτη.
ση του υπαλλήλου και μετά από σύμφωνη γνώμη του
υπηρεσιακού συμβουλίου, το οποίο ελέγχει τη συνδρομή
των προϋποθέσεων της παρ. 1 και συνεκτιμά τη συνά.
φεια της μετεκπαίδευσης ή της μεταπτυχιακής εκπαί.
δευσης με το αντικείμενο της υπηρεσίας του, την υπη.
ρεσιακή επίδοση και τις γνώσεις του υπαλλήλου. Ειδικά,
προκειμένου περί εκπαιδευτικής άδειας στο εξωτερικό,
απαιτείται πολύ καλή γνώση της γλώσσας της χώρας
στην οποία πρόκειται να μεταβεί ο υπάλληλος.
3. Η άδεια χορηγείται υποχρεωτικά, εάν ο υπάλληλος
έχει λάβει υποτροφία από το Ίδρυμα Κρατικών Υποτρο.
φιών. Υποτροφία από άλλο ίδρυμα ή οργανισμό ημε.
δαπό, διεθνή ή αλλοδαπό ή αλλοδαπή κυβέρνηση για
μετεκπαίδευση ή μεταπτυχιακή εκπαίδευση σχετιζόμενη
με το αντικείμενο της υπηρεσίας του υπαλλήλου συνε.
κτιμάται για τη χορήγηση της άδειας. Η άρνηση χορή.
γησης της άδειας πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς.
4. Η άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης δεν μπορεί να
υπερβεί τη διετία. Σε περίπτωση φοίτησης σε προγράμ.
ματα ή κύκλους μεταπτυχιακών σπουδών διάρκειας δύο
(2) ετών ή εκπόνησης διδακτορικής διατριβής, η άδεια
υπηρεσιακής εκπαίδευσης δεν μπορεί να υπερβεί τα
τρία (3) ή τα τέσσερα (4) χρόνια αντίστοιχα. Καθ΄ όλη
τη διάρκεια της υπηρεσίας του υπαλλήλου δεν μπορεί
να χορηγηθεί σε αυτόν άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης
πέρα των πέντε (5) ετών.
5. Ο υπάλληλος στον οποίο χορηγείται άδεια υπηρε.
σιακής εκπαίδευσης λαμβάνει τις αποδοχές του. Στους
υπαλλήλους που χορηγείται άδεια για μετεκπαίδευση ή
μεταπτυχιακή εκπαίδευση στο εσωτερικό παρέχονται
αποδοχές αυξημένες κατά 20%. Αν η μετεκπαίδευση ή
μεταπτυχιακή εκπαίδευση γίνεται εκτός της περιοχής
του δήμου που εδρεύει η υπηρεσία του υπαλλήλου, μπο.
ρεί να ορίζεται προσαύξηση έως και 40% με απόφαση
του υπηρεσιακού συμβουλίου.
Στους υπαλλήλους που χορηγείται άδεια για μετεκ.
παίδευση ή μεταπτυχιακή εκπαίδευση στο εξωτερικό
παρέχονται αποδοχές αυξημένες στο διπλάσιο. Η προ.
σαύξηση των αποδοχών μειώνεται κατά το μέρος που
καλύπτεται από υποτροφία ή άλλου είδους χρηματι.
κή αμοιβή ή αποζημίωση που τυχόν χορηγείται στον
υπάλληλο στο εσωτερικό ή το εξωτερικό. Ο υπάλληλος
δικαιούται επίσης οδοιπορικά έξοδα μετάβασης και επι.
στροφής.
6. Η άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης μπορεί να ανα.
καλείται για εξαιρετικούς λόγους που αφορούν στην
υπηρεσία ή για λόγους που ανάγονται στην επίδοση του
υπαλλήλου πριν από την πάροδο του χρόνου της λήξης
της με πράξη του αρμόδιου για τη χορήγηση της οργά.
νου, η οποία εκδίδεται μετά από σύμφωνη και ειδικώς
αιτιολογημένη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου.
7. Μετά το τέλος της άδειας εκπαίδευσης ο υπάλλη.
λος υποχρεούται να υπηρετήσει στο Δημόσιο ή σε νομι.
κό πρόσωπο δημοσίου δικαίου για χρονικό διάστημα ίσο
με το τριπλάσιο του χρόνου της άδειας. Σε περίπτωση
αθέτησης της υποχρέωσης του αυτής ο υπάλληλος υπο.
χρεούται να επιστρέψει τις αποδοχές που έλαβε κατά
το χρόνο της άδειας, ο οποίος δεν υπολογίζεται στην
περίπτωση αυτή ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας.
8. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας
Διοίκησης και Αποκέντρωσης καθορίζονται οι υποχρε.
ώσεις των υπαλλήλων κατά τη διάρκεια της άδειας
του παρόντος άρθρου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία
λεπτομέρεια.
Άρθρο 59
Άδειες για επιμορφωτικούς
ή επιστημονικούς λόγους
1. Άδειες μικρής χρονικής διάρκειας χορηγούνται υπο.
χρεωτικά, μετά από αίτησή τους, σε υπαλλήλους που
μετέχουν σε διαγωνισμούς για να πάρουν υποτροφία
ή να εισαχθούν στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκη.
σης και στην Εθνική Σχολή Τοπικής Αυτοδιοίκησης του
Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης
(Ε.Κ.Δ.Δ.Α.) ή για να επιλεγούν για φοίτηση σε κύκλους
μεταπτυχιακών σπουδών, σε αντικείμενα που ενδιαφέ.
ρουν την υπηρεσία.
2. Όμοιες άδειες μπορεί να χορηγούνται για συμμε.
τοχή σε συνέδρια, συνδιασκέψεις, σεμινάρια και κάθε
είδους συναντήσεις επιστημονικού χαρακτήρα, στο εσω.
τερικό ή το εξωτερικό, εφόσον η συμμετοχή κρίνεται
συμφέρουσα για την υπηρεσία.
3. Οι άδειες των προηγούμενων παραγράφων χο.
ρηγούνται από τον οικείο υπουργό ή τη διοίκηση του
οικείου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, κατά πε.
ρίπτωση, μετά από γνώμη του άμεσου προϊσταμένου
του υπαλλήλου, με αποδοχές για όλο το χρόνο κατά
τον οποίο υπάλληλος μετέχει στο διαγωνισμό ή τις
λοιπές δραστηριότητες. Στο χρόνο αυτόν προστίθενται
οι ημέρες που είναι αναγκαίες για τη μετάβαση και την
επιστροφή του υπαλλήλου.
Άρθρο 60
Άδειες εξετάσεων
1. Στους υπαλλήλους που είναι μαθητές, σπουδαστές
ή φοιτητές, προπτυχιακοί ή μεταπτυχιακοί, σε σχολεία
και ιδρύματα και των τριών βαθμίδων εκπαίδευσης, χο.
ρηγείται άδεια εξετάσεων με αποδοχές.
2. Η άδεια εξετάσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει τις
είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες κάθε έτος και χορηγείται
συνεχώς ή τμηματικώς κατά την εξεταστική περίοδο
που ζητά ο ενδιαφερόμενος. Οι άδειες εξετάσεων χο.
ρηγούνται για το χρόνο φοίτησης και μέχρι δύο το
πολύ εξάμηνα μετά τη λήξη του, εφόσον ο υπάλληλος
εξακολουθεί να φοιτά. Για κάθε ημέρα εξετάσεων χο.
ρηγείται άδεια δύο (2) ημερών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ΄
ΗΘΙΚΕΣ ΑΜΟΙΒΕΣ
Άρθρο 61
Έπαινος . Μετάλλιο
1. Για πράξεις εξαιρετικές κατά την εκτέλεση της υπη.
ρεσίας τους, που δεν επιβάλλονται από τα καθήκοντα
τους, καθώς και για την κοινωνική τους δράση, μπορεί
να απονέμονται στους υπαλλήλους οι ακόλουθες κατά
περίπτωση ηθικές αμοιβές:
α) έπαινος
β) μετάλλιο διακεκριμένων πράξεων με δίπλωμα.
2. Το σχήμα, οι διαστάσεις και οι παραστάσεις που
αποτυπώνονται στο μετάλλιο διακεκριμένων πράξεων
και ο τύπος και το περιεχόμενο του διπλώματος, καθώς
και κάθε σχετική λεπτομέρεια, καθορίζονται με προεδρι.
κό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού
Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
Άρθρο 62
Τρόπος απονομής ηθικών αμοιβών .
Δημοσιοποίηση απονομής
1. Ο έπαινος απονέμεται με απόφαση του αρμόδιου
Υπουργού μετά από σύμφωνη και ειδικά αιτιολογημένη
γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου.
2. Το μετάλλιο διακεκριμένων πράξεων απονέμεται
με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του
αρμόδιου Υπουργού, μετά από ειδικά αιτιολογημένη
σύμφωνη γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου.
3. Η πράξη απονομής ηθικής αμοιβής δημοσιεύεται
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και ανακοινώνεται
με εγκύκλιο σε όλες τις υπηρεσίες του Υπουργείου ή
του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου στο οποίο
ανήκει ο υπάλληλος.
Άρθρο 63
Ευαρέσκεια
1. Στους υπαλλήλους, που αποχωρούν μετά από τρι.
ακονταετή τουλάχιστον ευδόκιμο παραμονή, μπορεί να
απονεμηθεί η ευαρέσκεια της υπηρεσίας.
2. Η ευαρέσκεια απονέμεται με την πράξη λύσης της
υπαλληλικής σχέσης και περιλαμβάνεται στο κείμενο
που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 64
Βράβευση προτάσεων ή μελετών
1. Σε υπαλλήλους, οι οποίοι με δική τους πρωτοβου.
λία συντάσσουν και υποβάλλουν αξιόλογη πρωτότυ.
πη πρόταση ή μελέτη, που αφορά είτε τα αντικείμενα
αρμοδιότητας της υπηρεσίας τους είτε την καλύτερη
οργάνωση ή τη βελτίωση της αποδοτικότητας της δη.
μόσιας υπηρεσίας, παρέχονται χρηματικά βραβεία.
2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση
των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και
Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών, κα.
θορίζονται τα όργανα, η διαδικασία αξιολόγησης και
βράβευσης των προτάσεων ή μελετών, ο τρόπος αξι.
οποίησης τους, το ύψος των χρηματικών βραβείων και
κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
3. Το χρηματικό βραβείο παρέχεται στον δικαιούχο
και μετά την αποχώρηση του από την υπηρεσία.
ΜΕΡΟΣ Δ΄
ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ
Άρθρο 65
Τοποθέτηση
1. Ο υπάλληλος, μετά το διορισμό του, τοποθετείται,
με απόφαση του προϊσταμένου της οικείας αρχής και
μετά γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου, σε
θέση για την κατάληψη της οποίας συμμετείχε στη
διαδικασία πρόσληψης. Σε περίπτωση που ο υπάλλη.
λος μπορεί να τοποθετηθεί σε περισσότερες θέσεις,
συνεκτιμάται για την τοποθέτηση του σε συγκεκριμένη
θέση η αίτηση προτίμησης που τυχόν έχει υποβάλει.
Γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου δεν απαιτείται, εάν
από τη διαδικασία πρόσληψης προκύπτουν η θέση και
η υπηρεσιακή μονάδα, στην οποία πρόκειται να προ.
σληφθεί ο υπάλληλος.
2. Οι προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων τοποθε.
τούνται, με απόφαση της οικείας αρχής και μετά γνώμη
του υπηρεσιακού συμβουλίου, ανάλογα με τα προσό.
ντα, τις εμπειρίες και την ειδίκευση που διαθέτουν. Το
υπηρεσιακό συμβούλιο συνεκτιμά επίσης το συνολικό
χρόνο υπηρεσίας, το χρόνο υπηρεσίας κατά περιοχή,
την οικογενειακή κατάσταση, την ηλικία, τη συνυπηρέ.
τηση συζύγου και την εντοπιότητα.
3. Η τοποθέτηση σε θέσεις της ίδιας αρχής γίνεται
χωρίς γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου.
Άρθρο 66
Μετακίνηση
1. Μετακίνηση υπαλλήλου από μία οργανική μονάδα
σε άλλη της ίδιας αρχής πραγματοποιείται με απόφαση
του προϊσταμένου της.
2. Μετακίνηση προϊσταμένων γίνεται σε αντίστοιχης
βαθμίδας οργανική μονάδα.
3. Για μετακίνηση σε οργανική μονάδα που εδρεύει σε
περιοχή άλλου δήμου ή κοινότητας, το οικείο όργανο
υποχρεούται να μετακινήσει τον υπάλληλο που έχει εκ.
δηλώσει επιθυμία μετακίνησης στη συγκεκριμένη οργα.
νική μονάδα, εκτός εάν αιτιολογημένοι λόγοι συμφέρο.
ντος της υπηρεσίας δεν επιτρέπουν τη μετακίνηση του.
Στις λοιπές περιπτώσεις το οικείο όργανο υποχρεούται
να λάβει υπόψη του κριτήρια όπως ο τόπος κατοικίας
του υπαλλήλου, η κατάσταση υγείας του, η οικογενειακή
του κατάσταση και η συνυπηρέτηση συζύγου.
4. Η μετακίνηση εκτός νομού ή σε νησί γίνεται με τη
διαδικασία της μετάθεσης. Εξαιρούνται τα νησιά που
έχουν οδική σύνδεση με χερσαία τμήματα της χώρας.
Άρθρο 67
Μετάθεση
1. Μετάθεση επιτρέπεται μετά από αίτηση του υπαλ.
λήλου ή αυτεπαγγέλτως από την υπηρεσία, μόνο όταν
υπάρχει κενή θέση.
2. Οι μεταθέσεις μετά από αίτηση του υπαλλήλου προ.
ηγούνται των μεταθέσεων χωρίς αίτηση. Οι μεταθέσεις,
μετά από αίτηση, υπαλλήλων που πάσχουν από δυσί.
ατα νοσήματα, προηγούνται των λοιπών κατηγοριών
μεταθέσεων μετά από αίτηση. Μετάθεση πολυτέκνων
και τέκνων πολυτέκνων δεν είναι δυνατή χωρίς αίτηση
τους. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου ισχύει και
για υπαλλήλους που είναι γονείς τριών τέκνων ή για
ένα τέκνο οικογένειας με τρία παιδιά, τα οποία ένα ή
περισσότερα είναι υπάλληλοι. Αν στην τελευταία πε.
ρίπτωση και οι γονείς είναι υπάλληλοι, η διάταξη του
προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται μόνο για τους γο.
νείς ή μόνο για ένα τέκνο αυτών.
3. Για τη διενέργεια μεταθέσεων λαμβάνονται υπό.
ψη τα κριτήρια του συνολικού χρόνου υπηρεσίας του
υπαλλήλου, του χρόνου υπηρεσίας κατά περιοχή, της
οικογενειακής του κατάστασης, της ηλικίας, της συνυ.
πηρέτησης και της εντοπιότητας, αξιολογούμενα με
συντελεστές βαρύτητας (μόρια). Η οικογενειακή κα.
τάσταση αξιολογείται με συντελεστή τρία (3) για τον
σύζυγο, τρία (3) για το πρώτο και πέντε (5) για κάθε
επόμενο ανήλικο τέκνο ή τέκνο που σπουδάζει σε σχο.
λή ανώτατης εκπαίδευσης, εφόσον δεν έχει συμπλη.
ρώσει το 25ο έτος της ηλικίας του. Στους άγαμους,
διαζευγμένους, χήρους και εν διαστάσει γονείς τέκνων
από τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο, για τα
οποία τους έχει αποδεδειγμένα ανατεθεί η επιμέλεια,
οι συντελεστές βαρύτητας προσαυξάνονται κατά ένα
(1) για κάθε τέκνο. Η ηλικία των ετών 40, 41.50 και 51.60
αξιολογείται με τους συντελεστές ένα (1), δύο (2) και
τρία (3), αντίστοιχα.
4. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρό.
ταση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης
και Αποκέντρωσης και του οικείου Υπουργού, καθορί.
ζονται συντελεστές, πλην των προσδιοριζόμενων στην
προηγούμενη παράγραφο, ανάλογα με τις συνθήκες λει.
τουργίας και τις ειδικότερες ανάγκες της υπηρεσίας, η
διαδικασία με βάση πίνακες μεταθετέων, η δυνατότητα
εξαιρέσεων από μεταθέσεις και η δυνατότητα προσω.
ρινής αναστολής αυτών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία
λεπτομέρεια για τη διενέργεια των μεταθέσεων, κατά
Υπουργείο ή αυτοτελή δημόσια υπηρεσία ή νομικό πρό.
σωπο δημοσίου δικαίου ή κλάδο προσωπικού αυτών. Με
τα ίδια προεδρικά διατάγματα επιτρέπεται, ανάλογα με
τις συνθήκες λειτουργίας και τις ειδικότερες ανάγκες
της υπηρεσίας, η προσθήκη και άλλων, μέχρι τριών το
πολύ, κριτηρίων και ο καθορισμός των συντελεστών
αυτών. Με τα ίδια διατάγματα επιτρέπεται να μη λαμ.
βάνεται υπόψη το κριτήριο της εντοπιότητας, εφόσον
αυτό επιβάλλεται από τη φύση της υπηρεσίας. Τυχόν
τροποποίηση των προεδρικών διαταγμάτων της παρού.
σας παραγράφου δεν θίγει τους εκάστοτε ισχύοντες
πίνακες μεταθετέων ούτε τη διαδικασία κατάρτισης
πινάκων μεταθετέων που έχει ήδη αρχίσει.
5. Η μετάθεση των υπαλλήλων διενεργείται με απόφα.
ση του αρμόδιου οργάνου διοίκησης μετά από σύμφωνη
γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου.
6. Με το έγγραφο, με το οποίο ανακοινώνεται στον
υπάλληλο η μετάθεση του, τάσσεται ανάλογα με την
απόσταση και τα μέσα συγκοινωνίας, η αναγκαία για τη
μετάβαση στη νέα του θέση προθεσμία. Η προθεσμία
αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει τον έναν (1) μήνα και
για μεταθέσεις προς ή από το εξωτερικό τους δύο (2)
μήνες.
7. Οι υπάλληλοι δεν μετατίθενται πριν συμπληρώσουν
διετία στην υπηρεσία που τοποθετήθηκαν κατά το δι.
ορισμό τους.
8. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται, σύμφωνα με τη δια.
δικασία της παραγράφου 5, μετάθεση πριν από την
παρέλευση του ανωτέρω χρονικού διαστήματος είτε
σε περίπτωση αμοιβαίας αίτησης υπαλλήλων είτε για
σοβαρούς υπηρεσιακούς ή προσωπικούς λόγους.
9. Η μετά από αίτηση του υπαλλήλου μετάθεση του
σε παραμεθόρια περιοχή με σκοπό τη συνυπηρέτηση
συζύγων είναι υποχρεωτική.
10. Ειδικές διατάξεις που αφορούν μεταθέσεις εξακο.
λουθούν να ισχύουν.
Άρθρο 68
Απόσπαση
1. Με απόφαση των οικείων Υπουργών επιτρέπεται η
απόσπαση υπαλλήλων δημοσίων υπηρεσιών κάθε μορ.
φής ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου σε υπηρε.
σία άλλου Υπουργείου ή σε νομικό πρόσωπο δημοσίου
δικαίου για την αντιμετώπιση σοβαρών και επειγουσών
υπηρεσιακών αναγκών προσωρινού χαρακτήρα μετά
από γνώμη των οικείων υπηρεσιακών συμβουλίων.
2. Απόσπαση υπαλλήλων από μία αρχή σε άλλη του
ίδιου υπουργείου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου
επιτρέπεται για κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών με από.
φαση του οικείου Υπουργού ή του οργάνου διοίκησης
του νομικού προσώπου μετά από γνώμη του υπηρεσι.
ακού συμβουλίου.
3. Απόσπαση για προσωπικούς λόγους είναι δυνατή
κατ’ εξαίρεση και εφόσον οι ανάγκες της υπηρεσίας
το επιτρέπουν.
4. Η διάρκεια των ανωτέρω αποσπάσεων δεν μπορεί
να υπερβαίνει τα δύο (2) έτη συνολικά. Με αίτηση του
υπαλλήλου, η απόσπαση μπορεί να παρατείνεται για
ένα (1) ακόμη έτος.
5. Η απόσπαση παύει αυτοδικαίως όταν λήξει το χρονι.
κό όριο της παρ. 4 του παρόντος άρθρου. Ο υπάλληλος
με τη λήξη της απόσπασης επανέρχεται υποχρεωτικά
στη θέση του χωρίς άλλη διατύπωση.
6. Απαγορεύεται η απόσπαση υπαλλήλου που έχει
επιλεγεί ως προϊστάμενος οργανικής μονάδας. Σε πε.
ρίπτωση που ο αποσπασμένος υπάλληλος επιλεγεί ως
προϊστάμενος οργανικής μονάδας, επέρχεται αυτοδί.
καιη παύση της απόσπασης από την τοποθέτηση του
ως προϊσταμένου.
7. Η απόσπαση μπορεί να παύει οποτεδήποτε πριν από
τη λήξη του χρονικού ορίου της παρ. 4 του παρόντος
άρθρου για λόγους αναγόμενους στην υπηρεσία.
8. Στην περίπτωση της παρ. 1 του παρόντος άρθρου
αποσπασμένος υπάλληλος που συμπλήρωσε τριετία συ.
νεχώς ή διακεκομμένα, δεν επιτρέπεται να αποσπασθεί
πριν να παρέλθει τριετία από τη λήξη της προηγούμε.
νης απόσπασης. Για εξαιρετικούς λόγους επιτρέπεται
απόσπαση ή παράταση της μέχρι τεσσάρων (4) μηνών
και πριν από την πάροδο της τριετίας.
9. Απαγορεύεται η απόσπαση του υπαλλήλου πριν
παρέλθει διετία από το διορισμό του.
10. Με την απόφαση της απόσπασης καθορίζεται η
υπηρεσία η οποία επιβαρύνεται με τη μισθοδοσία του
αποσπασμένου υπαλλήλου.
11. Επιτρέπεται η απόσπαση σε γραφεία βουλευτών
ή Ελλήνων βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
κατά τις ισχύουσες ειδικές διατάξεις, με την επιφύλαξη
της παρ. 9 του άρθρου αυτού.
12. Ειδικές διατάξεις διατηρούνται σε ισχύ.