ΝΟΜΟΣ 3910/2011 - ΦΕΚ 11/Α/8.2.2011
Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ
Άρθρο 1
1. Όπου στις διατάξεις του ν. 3689/2008 (ΦΕΚ 164 Α') αναφέρονται οι όροι «Υπουργός Δικαιοσύνης», «Υπουργείο Δικαιοσύνης» και «Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών» αντικαθίστανται από τους όρους «Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», «Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» και «Υπουργός Οικονομικών» αντίστοιχα.
2. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν.3689/2008 προστίθεται υποπερίπτωση γγ', ως εξής: «γγ. οι χρηματοδοτήσεις από το επιχειρησιακό πρόγραμμα «Διοικητική Μεταρρύθμιση».»
Άρθρο 2
1. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 2 του ν. 3689/2008, στις περιπτώσεις α' και β', μετά τις λέξεις «Γενικού Διευθυντή» τίθεται η φράση «και του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων».
2. Στο άρθρο 2 του ν. 3689/2008, προστίθενται παράγραφοι 3, 4 και 5, ως εξής:
«3. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών συνιστάται θέση Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων. Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων τοποθετείται, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του οικείου δικαστικού συμβουλίου, κατά τις κείμενες διατάξεις, σύμβουλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος έχει τουλάχιστον διετή ενεργό υπηρεσία. Παύει αυτοδικαίως να κατέχει τη θέση αυτή, αν στερηθεί με οποιονδήποτε τρόπο τη δικαστική ιδιότητα. Ορίζεται με μερική απασχόληση και μειωμένη άσκηση των καθηκόντων της κύριας θέσης για μία μόνο θητεία τριών ετών, σε περίπτωση δε αποχώρησής του από την υπηρεσία λόγω ορίου ηλικίας, συνεχίζει να κατέχει τη θέση μέχρι τη συμπλήρωση της θητείας του.
Εφόσον ελλείπει, απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνεται από τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης. Η περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 5 εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή.
4. Ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων είναι υπεύθυνος για τη διασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης της Σχολής και εποπτεύει τις διαδικασίες που αφορούν στον προϋπολογισμό και τη λογιστική αποτύπωση των δραστηριοτήτων αυτής, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες που δίνουν σε αυτόν το Διοικητικό Συμβούλιο και ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής.
Ιδίως μεριμνά για:
α. Τη διασφάλιση της πιστής τήρησης των ανωτάτων ορίων του προϋπολογισμού της Σχολής και της διενέργειας δαπανών μόνο εφόσον υπάρχει αντίστοιχη πίστωση στον οικείο προϋπολογισμό.
β. Την κατά το νόμο αξιοποίηση των πόρων της Σχολής.
γ. Τον προγραμματισμό των οικονομικών υποθέσεων της Σχολής και τη διαδικασία εκτέλεσής τους.
δ. Το σχεδιασμό και την εφαρμογή, υπό την εποπτεία του Γενικού Διευθυντή της Σχολής, των προγραμμάτων εκπαίδευσης και επιμόρφωσης που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ).
5. Το τεκμήριο αρμοδιότητας για κάθε πράξη διοίκησης και διαχείρισης ανήκει στον Γενικό Διευθυντή της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.»
3. Το άρθρο 3 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Όργανα διοίκησης της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών είναι το Διοικητικό Συμβούλιο, ο Γενικός Διευθυντής και ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων.»
Άρθρο 3
Η περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«1.α. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποτελείται από δεκατρία μέλη και συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων από:
αα. Τους Προέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ββ. Τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
γγ. Τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων.
δδ. Τον Γενικό Διευθυντή της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.
εε. Τον Πρόεδρο της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων ή τον Πρόεδρο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, οι οποίοι ορίζονται εκ περιτροπής για θητεία δεκαοκτώ μηνών.
στστ. Τον Πρόεδρο της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας ή της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών, οι οποίοι ορίζονται εκ περιτροπής με ενιαύσια θητεία.
ζζ. Δύο μέλη ΔΕΠ, από τη βαθμίδα του καθηγητή, των Τμημάτων Νομικής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης που ορίζονται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Τμημάτων, μαζί με τους αναπληρωτές τους, εκ περιτροπής, για θητεία δύο ετών.
ηη. Τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών ο οποίος αναπληρώνεται από τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς και τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης ο οποίος αναπληρώνεται από τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Κομοτηνής.
θθ. Έναν εκπρόσωπο επιστημονικής ένωσης νομικών εγνωσμένου κύρους, μαζί με τον αναπληρωτή του, για θητεία τριών ετών.»
Άρθρο 4
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 5 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«1.α. Γενικός Διευθυντής τοποθετείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δικαστικός λειτουργός μέλος Ανώτατου Δικαστηρίου, ο οποίος ορίζεται εκ περιτροπής από τον Άρειο Πάγο και το Συμβούλιο Επικρατείας, μεταξύ εκείνων που έχουν ακόμη τουλάχιστον διετή ενεργό υπηρεσία, ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του οικείου δικαστικού συμβουλίου, κατά τις κείμενες διατάξεις. Παύει αυτοδικαίως να κατέχει τη θέση αν με οποιονδήποτε τρόπο στερηθεί της δικαστικής ιδιότητας. Ορίζεται με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση για μία μόνο θητεία τριών ετών, σε περίπτωση δε αποχώρησής του από την υπηρεσία λόγω ορίου ηλικίας, συνεχίζει να κατέχει τη θέση μέχρι τη συμπλήρωση της θητείας του. Εφόσον ελλείπει, απουσιάζει ή κωλύεται, τον αναπληρώνει ο αρχαιότερος δικαστικός λειτουργός από τους Διευθυντές Σπουδών και Επιμόρφωσης. Αποκλείεται ο ορισμός ως Γενικού Διευθυντή του Προέδρου των Ανώτατων Δικαστηρίων.
β. Για την επιλογή στη θέση του Γενικού Διευθυντή συνεκτιμώνται: (α) η διοικητική ικανότητα, (β) η ικανότητα προώθησης των διεθνών σχέσεων της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, (γ) η κατοχή διδακτορικού διπλώματος ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, (δ) η συγγραφή νομικών συγγραμμάτων ή μελετών, (ε) η συμμετοχή σε συνέδρια και (στ) οι εκθέσεις αξιολόγησής του των τελευταίων δέκα ετών.
γ. Ο Γενικός Διευθυντής οφείλει να διαμένει στην έδρα της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών και να μεριμνά σε καθημερινή βάση για το επιτελούμενο στη Σχολή έργο.»
2. Στην περίπτωση β' της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 3689/2008, η φράση «με απόφασή του» αντικαθίσταται από τη φράση «μετά από εισήγησή του και σχετική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής».
Άρθρο 5
Το άρθρο 6 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 6
Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης
1. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών τοποθετούνται τρεις Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, ένας για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, ένας για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης και ένας για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων.
2. Ως Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης τοποθετούνται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του οικείου δικαστικού συμβουλίου, κατά τις κείμενες διατάξεις: (α) για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, ένας πρόεδρος εφετών που υπηρετεί στα πολιτικά δικαστήρια, (β) για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, ένας πρόεδρος εφετών που υπηρετεί στα διοικητικά δικαστήρια και (γ) για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων, ένας εισαγγελέας εφετών. Παύουν αυτοδικαίως να κατέχουν τις θέσεις αυτές, αν στερηθούν με οποιονδήποτε τρόπο τη δικαστική ιδιότητα. Ορίζονται με μερική απασχόληση, όχι πάντως μικρότερη των δύο ημερών κάθε εβδομάδα, και μειωμένη άσκηση των καθηκόντων της κύριας θέσης για μία μόνο θητεία τριών ετών. Εφόσον ελλείπουν, απουσιάζουν ή κωλύονται, αναπληρώνεται ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης από τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης των Εισαγγελέων και αντιστρόφως και ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης από τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης. Η περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 5 εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή.
3. Οι Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης συμμετέχουν, χωρίς δικαίωμα ψήφου, στο Διοικητικό Συμβούλιο και εισηγούνται τα θέματα της αρμοδιότητάς τους. Κατανέμουν και συντονίζουν το διοικητικό προσωπικό που έχει σχέση με τις αρμοδιότητές τους και συνεπικουρούν τον Γενικό Διευθυντή στην προώθηση των διεθνών σχέσεων της Σχολής.
4. Οι Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της οικείας κατεύθυνσης, υπό την εποπτεία του Γενικού Διευθυντή, είναι αρμόδιοι για την εγγραφή, την παρεχόμενη προεισαγωγική, θεωρητική και πρακτική κατάρτιση και την αξιολόγηση των εκπαιδευομένων. Μεριμνούν για το σχεδιασμό και την εφαρμογή του προγράμματος κατάρτισης και συντονίζουν τις συναφείς εκπαιδευτικές διαδικασίες. Είναι επίσης αρμόδιοι για την παρεχόμενη, στο πλαίσιο της Σχολής, επιμόρφωση των υπηρετούντων δικαστικών λειτουργών. Μεριμνούν για το σχεδιασμό και την εφαρμογή του προγράμματος επιμόρφωσης και συντονίζουν τις συναφείς εκπαιδευτικές διαδικασίες. Ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης των Εισαγγελέων συνεπικουρεί επιπλέον τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης σε θέματα διδασκαλίας ή επιμόρφωσης που αφορούν το ουσιαστικό και δικονομικό ποινικό δίκαιο.»
Άρθρο 6
Το άρθρο 7 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 7
Σύμβουλος Επιμόρφωσης για θέματα ευρωπαϊκού δικαίου
1. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τοποθετείται ως Σύμβουλος Επιμόρφωσης για θέματα ευρωπαϊκού δικαίου στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών καθηγητής ή αναπληρωτής καθηγητής, με γνωστικό αντικείμενο το ευρωπαϊκό δίκαιο.
2. Καθήκοντα του Συμβούλου Επιμόρφωσης είναι: α) Να παρακολουθεί το νομοθετικό έργο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη νομολογία των δικαστηρίων της, όπως και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και να ενημερώνει για αυτά τους δικαστικούς λειτουργούς, αποστέλλοντας σχετικά ενημερωτικά σημειώματα σε όλα τα δικαστήρια της χώρας. β) Να συνεπικουρεί τους Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης κατά την οργάνωση των επιμορφωτικών σεμιναρίων ειδικά για ζητήματα ευρωπαϊκού δικαίου.»
Άρθρο 7
Το άρθρο 8 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 8
Συμβούλια Σπουδών και Διδασκόντων
1. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών λειτουργούν δύο Συμβούλια Σπουδών, ένα για την πολιτική - ποινική κατεύθυνση και ένα για τη διοικητική.
2.α. Κάθε Συμβούλιο Σπουδών αποτελείται από επτά μέλη και συγκροτείται, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αποτελείται:
Α) Το Συμβούλιο για τις κατευθύνσεις της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Εισαγγελέων από: αα. Τον Γενικό Διευθυντή. ββ. Τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης. γγ. Τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης των Εισαγγελέων. δδ. Δύο μέλη ΔΕΠ, από τη βαθμίδα του καθηγητή, των Τμημάτων Νομικής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, που ορίζονται εκ περιτροπής με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Τμημάτων μαζί με τους αναπληρωτές τους για θητεία δύο ετών. εε. Έναν δικηγόρο με εικοσαετή τουλάχιστον δικηγορία, που ορίζεται, μαζί με τον αναπληρωτή του από την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων για θητεία τριών ετών. στστ. Έναν εκπρόσωπο των εκπαιδευομένων, ο οποίος εκλέγεται, με τον αναπληρωτή του από όλους τους εκπαιδευομένους στις κατευθύνσεις της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Εισαγγελικών Λειτουργών, το μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους.
Β) Το Συμβούλιο για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης από: αα. Τον Γενικό Διευθυντή. ββ. Έναν Σύμβουλο Επικρατείας, που ορίζεται, μαζί με τον αναπληρωτή του, με απόφαση του οικείου δικαστικού συμβουλίου, για θητεία τριών ετών. γγ. Τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης. δδ. Δύο μέλη ΔΕΠ, από τη βαθμίδα του καθηγητή, των Τμημάτων Νομικής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, που ορίζονται εκ περιτροπής με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Τμημάτων μαζί με τους αναπληρωτές τους για θητεία δύο ετών. εε. Τον Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων. στστ. Έναν εκπρόσωπο των εκπαιδευομένων, ο οποίος εκλέγεται, με τον αναπληρωτή του, από τους εκπαιδευομένους στην κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, το μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους. Η θητεία των μελών λήγει, αν με οποιονδήποτε τρόπο στερηθούν την ιδιότητα με την οποία συμμετέχουν στο Συμβούλιο.
β. Τα Συμβούλια Σπουδών βρίσκονται σε απαρτία, εφόσον είναι παρόντα πέντε τουλάχιστον μέλη. Οι αποφάσεις λαμβάνονται κατά πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.
γ. Τα Συμβούλια Σπουδών συνέρχονται στην έδρα της Σχολής, σε τακτική συνεδρίαση τρεις τουλάχιστον φορές, κατά τους μήνες Φεβρουάριο, Μάιο και Σεπτέμβριο, εκτάκτως δε οποτεδήποτε άλλοτε, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου τους ή όταν το ζητήσουν τουλάχιστον δύο από τα μέλη τους. Στις συνεδριάσεις τους προεδρεύει ο Γενικός Διευθυντής.
δ. Τα Συμβούλια Σπουδών ορίζουν, ύστερα από πρόταση του Γενικού Διευθυντή, για μια διετία τον Γραμματέα αυτών και τον αναπληρωτή του από τους υπαλλήλους της Σχολής.
ε. Τα Συμβούλια Σπουδών έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες: (αα) Καταρτίζουν το πρόγραμμα σπουδών και τον πίνακα των διδασκόντων. (ββ) Καταρτίζουν το πρόγραμμα επιμόρφωσης και ορίζουν την Οργανωτική Επιτροπή που επιμελείται την υλοποίησή του. (γγ) Παρακολουθούν την εφαρμογή των προγραμμάτων σπουδών και επιμόρφωσης. (δδ) Αξιολογούν την προεισαγωγική, θεωρητική και πρακτική κατάρτιση που παρέχεται από τη Σχολή. (εε) Αξιολογούν την επιμόρφωση των υπηρετούντων δικαστικών λειτουργών. (στστ) Αποστέλλουν μέσω των Διευθυντών Κατάρτισης και Επιμόρφωσης τα προγράμματα σπουδών και επιμόρφωσης σε όλους τους διδάσκοντες. (ζζ) Αξιολογούν την καταλληλότητα των υποδομών, των σπουδών, του εκπαιδευτικού υλικού και εξοπλισμού για τα άτομα με αναπηρία όλων των κατηγοριών και μεριμνούν για την αποκατάσταση και διασφάλισή της, καθώς και για την ευαισθητοποίηση των εκπαιδευόμενων στα θέματα αυτά.
στ. Αν τουλάχιστον δύο από τα μέλη του Συμβουλίου Σπουδών διαφωνούν με τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί σχετικά με τα προγράμματα σπουδών και επιμόρφωσης ή με τον πίνακα διδασκόντων, δικαιούνται, μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών, να ζητήσουν εγγράφως από τον Γενικό Διευθυντή να εισαγάγει το θέμα προς συζήτηση στο Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο συγκαλείται εντός ενός μηνός ειδικά για το θέμα αυτό. Στη συνεδρίαση καλούνται να αναπτύξουν τις απόψεις τους και τα διαφωνούντα μέλη του Συμβουλίου Σπουδών, τα οποία αποχωρούν μετά τη διατύπωση των απόψεών τους.
3.α. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών λειτουργούν τρία Συμβούλια Διδασκόντων, ένα για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, ένα για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης και ένα για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων. Έργο τους είναι η υποβολή προς τα Συμβούλια Σπουδών γραπτών εισηγήσεων και προτάσεων για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου της Σχολής. Αποτελούνται από όλους τους διδάσκοντες, οι οποίοι κάθε φορά παρέχουν τις υπηρεσίες τους στη Σχολή σε κάθε κατεύθυνση.
β. Τα Συμβούλια Διδασκόντων συνέρχονται σε συνεδρίαση, ύστερα από πρόσκληση του Γενικού Διευθυντή, κάθε Μάιο και μπορούν να συνέρχονται και σε κοινή συνεδρίαση. Προεδρεύει στις συνεδριάσεις τους ο αρχαιότερος δικαστικός λειτουργός από τους διδάσκοντες. Τα Συμβούλια διατυπώνουν συγκεκριμένες και αιτιολογημένες εισηγήσεις και προτάσεις για αλλαγές του εφαρμοζόμενου προγράμματος σπουδών και επιμόρφωσης, τις οποίες και καταθέτουν μέσω του προέδρου τους στο Συμβούλιο Σπουδών.
γ. Βρίσκονται σε απαρτία εφόσον είναι παρόντες τουλάχιστον επτά διδάσκοντες, ενώ για την υιοθέτηση μιας πρότασης απαιτείται πλειοψηφία των παρόντων μελών. Στο Συμβούλιο Σπουδών υποβάλλεται, με την αναγκαία αιτιολογία, και η γνώμη της μειοψηφίας. Με απόφαση του Γενικού Διευθυντή ορίζονται, για μια διετία, οι Γραμματείς τους με τους αναπληρωτές τους από τους υπαλλήλους της Σχολής.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΟΜΕΝΩΝ
Άρθρο 8
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 9 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως έως το τέλος Ιανουαρίου κάθε έτους, προκηρύσσεται εισαγωγικός διαγωνισμός στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών για τις ακόλουθες κατευθύνσεις: α) Διοικητικής Δικαιοσύνης, β) Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και γ) Εισαγγελέων.»
2. Από το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 3689/2008 διαγράφεται ο όρος «γραπτές».
3. Το στοιχείο ββ' της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«ββ. Έχουν συμπληρώσει το εικοστό όγδοο και δεν έχουν υπερβεί το τεσσαρακοστό πέμπτο έτος της ηλικίας τους την 31η Δεκεμβρίου του έτους κατά το οποίο προκηρύσσεται ο διαγωνισμός. Η ηλικία του υποψηφίου αποδεικνύεται σύμφωνα με τις κείμενες κάθε φορά διατάξεις του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988, ΦΕΚ 35 Α').»
4. Στην περίπτωση δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του ν. 3689/2008, η φράση: «Ο Διευθυντής Κατάρτισης ή οι Σύμβουλοι Σπουδών» αντικαθίσταται από τη φράση: «Οι Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης κάθε κατεύθυνσης».
Άρθρο 9
Το άρθρο 11 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 11
Επιτροπή Διαγωνισμού
1. Ο εισαγωγικός διαγωνισμός διενεργείται από επιτροπή, η οποία συγκροτείται για κάθε κατεύθυνση χωριστά, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που εκδίδεται μέχρι το τέλος του μηνός Απριλίου.
2. Η επιτροπή για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης αποτελείται από: α) Έναν Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, β) έναν Σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, γ) έναν Πρόεδρο Εφετών των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, δ) ένα μέλος ΔΕΠ από τη βαθμίδα του καθηγητή Τμήματος Νομικής και ε) έναν δικηγόρο με εικοσαετή τουλάχιστον δικηγορική υπηρεσία.
3. Η επιτροπή για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης αποτελείται από: α) Έναν Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, β) Έναν Αρεοπαγίτη, γ) Έναν Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, δ) Ένα μέλος ΔΕΠ από τη βαθμίδα του καθηγητή Τμήματος Νομικής και ε) Έναν δικηγόρο με εικοσαετή τουλάχιστον δικηγορική υπηρεσία.
4. Η επιτροπή για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων αποτελείται από: α) Έναν Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, β) έναν Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, γ) έναν Εισαγγελέα Εφετών, δ) ένα μέλος ΔΕΠ από τη βαθμίδα του καθηγητή Τμήματος Νομικής και ε) έναν δικηγόρο με εικοσαετή τουλάχιστον δικηγορική υπηρεσία.
5. Τα μέλη των πιο πάνω επιτροπών, με στοιχεία α', β' και γ' ορίζονται, με τους αναπληρωτές τους, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 41 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών. Τα μέλη με στοιχείο δ' ορίζονται, με τους αναπληρωτές τους, ύστερα από κλήρωση που διενεργείται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με την παρουσία του Γενικού Διευθυντή της Σχολής, μεταξύ όλων των καθηγητών των Τμημάτων Νομικής της χώρας το γνωστικό αντικείμενο των οποίων είναι σχετικό με τα εξεταζόμενα μαθήματα. Το μέλος των ως άνω επιτροπών με στοιχείο ε' ορίζεται μαζί με τον αναπληρωτή του από τον Πρόεδρο της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας.
6. Εκτός των μελών της Επιτροπής, διορίζονται επίσης από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οκτώ εξεταστές ξένων γλωσσών, μαζί με τους αναπληρωτές τους, για την εξέταση των τεσσάρων ξένων γλωσσών που προβλέπονται στο άρθρο 12 παράγραφος 2. Ως εξεταστές διορίζονται διδάσκαλοι ξένων γλωσσών των Τμημάτων Νομικής της χώρας και μέλη ΔΕΠ από τη βαθμίδα του επίκουρου καθηγητή και άνω, στα οποία έχουν ανατεθεί καθήκοντα εξέτασης των ξένων γλωσσών κατά τις εισαγωγικές εξετάσεις στα μεταπτυχιακά προγράμματα των ίδιων Τμημάτων, μετά από κλήρωση, από κατάλογο τον οποίο αποστέλλουν τα τρία Νομικά Τμήματα και ισχύει για τρία έτη, εφόσον δεν τροποποιηθεί με νεότερη απόφαση των Τμημάτων. Ο διορισμός γίνεται για την εξέταση κάθε ξένης γλώσσας ξεχωριστά.
7. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο γραμματέας κάθε επιτροπής και ο αναπληρωτής του. Καθήκοντα γραμματέα ανατίθενται σε υπάλληλο της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.»
Άρθρο 10
1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 12 του ν. 3689/2008, η φράση «το μήνα Ιούνιο» αντικαθίσταται από τη φράση «το τελευταίο δεκαήμερο του Μαΐου».
2. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 12 του ν. 3689/ 2008 αντικαθίστανται ως εξής:
«2. Κατά το προκριματικό στάδιο: α) Οι υποψήφιοι εξετάζονται γραπτά, για μεν την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης σε θέματα: αα. γενικής παιδείας, ββ. συνταγματικού δικαίου, γενικού διοικητικού δικαίου και δικαίου διοικητικών διαφορών και γγ. δημοσιονομικού δικαίου, για δε τις κατευθύνσεις της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Εισαγγελέων σε θέματα: αα. γενικής παιδείας, ββ. αστικού δικαίου, εμπορικού δικαίου και πολιτικής δικονομίας και γγ. ποινικού δικαίου και ποινικής δικονομίας. β) Η εξέταση στα θέματα γενικής παιδείας περιλαμβάνει την ανάπτυξη ενός θέματος σχετικά με σύγχρονα νομικά, κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά και πολιτιστικά ζητήματα ή συνδυασμό ανάπτυξης θέματος και ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής. Επί των ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής το ειδικό βάρος κάθε ερώτησης προσδιορίζεται ανάλογα με τη δυσκολία της και αναγράφεται στο ερωτηματολόγιο. Το μέρος, που αντιστοιχεί στις ερωτήσεις αντιπροσωπεύει το 25% του συνόλου της βαθμολογίας. γ) Η εξέταση στα νομικά μαθήματα διενεργείται με συνθετική παρουσίαση πρακτικού θέματος στον αντίστοιχο θεματικό κύκλο και περιλαμβάνει μία, επιπλέον των ανωτέρω, γραπτή δοκιμασία των υποψηφίων για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης στο θεματικό κύκλο του συνταγματικού δικαίου, του γενικού διοικητικού δικαίου και του δικαίου διοικητικών διαφορών, για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης στο θεματικό κύκλο του αστικού δικαίου, του εμπορικού δικαίου και της πολιτικής δικονομίας και για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων στο θεματικό κύκλο του ποινικού δικαίου, της ποινικής δικονομίας και του ευρωπαϊκού ποινικού δικαίου. δ) Τα μέλη της επιτροπής κατανέμουν μεταξύ τους την εξέταση των μαθημάτων, έτσι ώστε σε κάθε μάθημα να αντιστοιχούν δύο εξεταστές. Οι εξεταστές οφείλουν να προετοιμάσουν ο καθένας από δύο θέματα για το προς εξέταση μάθημα. Την ημέρα των εξετάσεων συνέρχεται η εξεταστική επιτροπή, εγκρίνει με πλειοψηφία δύο από τα θέματα αυτά και, με κλήρωση, η οποία διενεργείται ενώπιον όλων των μελών της επιτροπής, επιλέγει το ένα θέμα που θα τεθεί στις εξετάσεις. Η διαδικασία αυτή ακολουθείται και κατά την εξέταση της υποχρεωτικής ξένης γλώσσας. ε) Οι υποψήφιοι και των τριών κατευθύνσεων εξετάζονται υποχρεωτικώς σε μία από τις ακόλουθες τέσσερις ξένες γλώσσες: αγγλική, γαλλική, γερμανική και ιταλική. Η εξέταση στην υποχρεωτική ξένη γλώσσα είναι γραπτή, διενεργείται από τους διορισθέντες για το σκοπό αυτόν, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 11 παράγραφος 6, και συνίσταται σε μετάφραση νομικού κειμένου από την ξένη στην ελληνική γλώσσα και αντιστρόφως.
3. Κατά το τελικό στάδιο, στο οποίο μετέχουν μόνον όσοι έχουν επιτύχει στο προκριματικό: α) Οι υποψήφιοι κάθε κατεύθυνσης εξετάζονται προφορικά και δημοσίως στην ύλη που προβλέπεται για τις εξετάσεις του προκριματικού σταδίου της ίδιας κατεύθυνσης και σε θέματα ευρωπαϊκού δικαίου. β) Οι υποψήφιοι εξετάζονται προαιρετικά και σε μία έως δύο από τις ακόλουθες τέσσερις ξένες γλώσσες: αγγλική, γαλλική, γερμανική και ιταλική. Εξαιρείται εκείνη, στην οποία εξετάζονται υποχρεωτικώς, σύμφωνα με το εδάφιο ε' της παραγράφου 2. Η εξέταση αυτή είναι γραπτή, διενεργείται, όπως και εκείνη στην υποχρεωτική ξένη γλώσσα από τους ορισθέντες προς τούτο κατά το άρθρο 11 παράγραφος 6 εξεταστές και συνίσταται σε μετάφραση νομικού κειμένου στην ελληνική γλώσσα και αντιστρόφως.»
Άρθρο 11
1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 13 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«2.α. Η βαθμολόγηση των γραπτών δοκιμίων του προκριματικού σταδίου, εκτός της ξένης γλώσσας, διενεργείται από δύο βαθμολογητές, μέλη της επιτροπής, τακτικά ή αναπληρωματικά. Η βαθμολόγηση της επίδοσης στην ξένη γλώσσα διενεργείται από τους διορισθέντες κατά το άρθρο 11 παράγραφος 6 εξεταστές, τακτικούς ή αναπληρωματικούς. Οι ενδείξεις των ατομικών στοιχείων των διαγωνιζομένων στα γραπτά δοκίμια και η βαθμολογία του πρώτου εξεταστή καλύπτονται με αδιαφανές χαρτί, το οποίο αφαιρείται ενώπιον της εξεταστικής επιτροπής μετά την ολοκλήρωση της βαθμολόγησης σε όλες τις θεματικές ενότητες. Απαγορεύονται οποιεσδήποτε σημειώσεις των βαθμολογητών επάνω στο γραπτό.
β. Ο μέσος όρος των βαθμών των δύο βαθμολογητών αποτελεί το βαθμό του υποψηφίου στο γραπτό δοκίμιο, εφόσον η διαφορά τους δεν είναι μεγαλύτερη των τριών μονάδων. Σε αντίθετη περίπτωση, τα γραπτά δοκίμια βαθμολογούνται από άλλους δύο βαθμολογητές, οι οποίοι ορίζονται από την επιτροπή μεταξύ των μελών της, τακτικών ή αναπληρωματικών, που δεν συμμετείχαν στην πρώτη διόρθωση και οι οποίοι διορθώνουν με καλυμμένους τους βαθμούς των δύο πρώτων εξεταστών. Την εξέταση της ξένης γλώσσας αναλαμβάνουν οι δύο από τους ορισθέντες κατά το άρθρο 11 παράγραφος 6 εξεταστές, τακτικούς ή αναπληρωματικούς, οι οποίοι δεν συμμετείχαν στην πρώτη διόρθωση. Στην περίπτωση αυτή, βαθμός του γραπτού δοκιμίου είναι ο μέσος όρος των βαθμών των τεσσάρων βαθμολογητών.
γ. Ο μέσος όρος των βαθμών στις πέντε γραπτές δοκιμασίες του προκριματικού σταδίου αποτελεί το βαθμό του υποψηφίου στην προκριματική δοκιμασία. Θεωρούνται επιτυχόντες στο προκριματικό στάδιο όσοι υποψήφιοι έλαβαν μέσο όρο βαθμολογίας στις πέντε γραπτές δοκιμασίες οκτώ και σε καμία κάτω από έξι.»
2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 13 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«4.α. Ο τελικός βαθμός επιτυχίας κάθε υποψηφίου προκύπτει από το άθροισμα του μέσου όρου της γραπτής δοκιμασίας, με ποσοστό αξιολόγησης 70% και του μέσου όρου της προφορικής δοκιμασίας, με ποσοστό αξιολόγησης 30%.
β. Ο τελικός βαθμός προσαυξάνεται κατά μισό δέκατο (0,5/10) της μονάδας για κάθε προαιρετικά εξεταζόμενη ξένη γλώσσα, εφόσον ο βαθμός επίδοσης στην ξένη αυτή γλώσσα είναι τουλάχιστον δέκα, κατά ένα δέκατο (1/10) της μονάδας για κάθε μεταπτυχιακό δίπλωμα σε τομείς της νομικής επιστήμης συναφείς με την κατεύθυνση που έχει επιλέξει ο υποψήφιος και κατά τρία δέκατα (3/10) της μονάδας για διδακτορικό δίπλωμα Νομικού Τμήματος ημεδαπού ή αλλοδαπού πανεπιστημίου, ομοίως σε τομείς της νομικής επιστήμης συναφείς με την κατεύθυνση που έχει επιλέξει ο υποψήφιος, στα οποία δεν προστίθεται η προσαύξηση του αντίστοιχου μεταπτυχιακού διπλώματος.
γ. Για το συναφές του μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος αποφαίνεται η Επιτροπή Διαγωνισμού.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
ΠΡΟΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
Άρθρο 12
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 17 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η κατάρτιση των εκπαιδευομένων είναι θεωρητική και πρακτική, κατανέμεται σε τρία διαδοχικά στάδια και παρέχεται ξεχωριστά για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Εισαγγελέων. Η διάρκεια της κατάρτισης είναι δεκαέξι μήνες. Αρχίζει την 1η Φεβρουαρίου του έτους εγγραφής στη Σχολή και περατώνεται την 31η Μαΐου του επόμενου έτους. Η κατάρτιση στη Σχολή διακόπτεται κατά το μήνα Αύγουστο, την 26η και 28η Οκτωβρίου, τη 17η Νοεμβρίου, από 24 Δεκεμβρίου έως 2 Ιανουαρίου, την 6η Ιανουαρίου, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, από τη Μεγάλη Πέμπτη έως και τη Δευτέρα μετά το Πάσχα, την 1η Μαΐου και του Αγίου Πνεύματος.»
2. Το άρθρο 18 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 18
Πρόγραμμα Σπουδών
1. Το Συμβούλιο Σπουδών, κατά το μήνα Σεπτέμβριο κάθε έτους καταρτίζει το πρόγραμμα σπουδών του επόμενου έτους, μετά από εισήγηση του καθ' ύλην αρμόδιου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, εξειδικεύοντας τις γενικές κατευθύνσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και λαμβάνοντας υπόψη τις προτάσεις του Συμβουλίου Διδασκόντων, όπως προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3. Στο πρόγραμμα σπουδών καθορίζονται επακριβώς οι διδακτικές ενότητες, η διδακτέα ύλη, οι διδάσκοντες αυτήν για κάθε κατεύθυνση σπουδών, οι ώρες διδασκαλίας και η μέθοδος διδασκαλίας κάθε διδακτικής ενότητας, καθώς και οι λεπτομέρειες ως προς την πραγματοποίηση της πρακτικής άσκησης των εκπαιδευομένων. Έμφαση πρέπει να δίδεται ιδίως: α) σε τομείς όπου υπάρχουν αλλαγές της νομοθεσίας κατά τα τελευταία έτη, β) στο ευρωπαϊκό δίκαιο και κυρίως σε αυτό που έχει άμεση ισχύ, γ) στη νομολογία του ΕΔΔΑ, δ) σε τομείς που απασχολούν συχνά τη δικαστηριακή πράξη μολονότι δεν διδάσκονται επαρκώς κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών νομικών σπουδών και ε) σε τομείς όπου υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις από τους κανόνες γενικής ισχύος.
2. Το Συμβούλιο Σπουδών αποφασίζει σχετικά με τον αριθμό των εργασιών που ανατίθενται στους εκπαιδευομένους σε κάθε μάθημα, καθώς και την κατανομή τους στο χρόνο, ώστε να εξασφαλισθεί η καλύτερη απόδοση των εκπαιδευομένων.
3. Αλλαγές στο πρόγραμμα σπουδών κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας επιτρέπονται μόνο κατ' εξαίρεση, όταν υπάρχει σοβαρός λόγος και μετά από αιτιολογημένη απόφαση του Συμβουλίου Σπουδών.»
Άρθρο 13
Το άρθρο 19 του νόμου 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 19
Πρώτο Στάδιο Κατάρτισης
1. Το πρώτο στάδιο της κατάρτισης έχει κυρίως θεωρητικό χαρακτήρα και διαρκεί από την 1η Φεβρουαρίου του έτους εγγραφής στη Σχολή έως την 31η Μαρτίου του ίδιου έτους. Κατά το στάδιο αυτό, η διδασκαλία αποβλέπει πρωτίστως στην καλλιέργεια του ελεύθερου φρονήματος των δικαστικών λειτουργών, στην ανάδειξη της ανάγκης προσήλωσης στις θεμελιώδεις δημοκρατικές αρχές αλλά και την ευαισθητοποίηση των εκπαιδευομένων για σημαντικά κοινωνικά προβλήματα.
2. Στη διδασκαλία αυτή περιλαμβάνονται ιδίως: α. Θέματα ιστορίας της δικαιοσύνης, με έμφαση στη διδασκαλία παραδειγμάτων δικαστικών λειτουργών που διακρίθηκαν για το ήθος και την ανεξαρτησία της γνώμης τους. β. Η νομοθεσία για την οργάνωση της δικαιοσύνης στην Ελλάδα και στα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως αναφορικά με τους θεσμούς που διασφαλίζουν την ανεξαρτησία αυτής. γ. Θέματα δεοντολογίας και πειθαρχικού δικαίου των δικαστικών λειτουργών. δ. Θέματα μεθοδολογίας του δικαστικού έργου. ε. Βασικές γνώσεις δικαστικής ψυχολογίας. στ. Επιλεγμένα θέματα προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, προστασίας των ανηλίκων, των μειονοτήτων ή των ατόμων με αναπηρία, κοινωνιολογίας, εγκληματολογίας, σωφρονιστικής και ανακριτικής. ζ. Βασικές έννοιες οικονομικής επιστήμης και λογιστικής, με έμφαση σε ζητήματα που απασχολούν συχνά τη δικαστική πράξη. Τέλος, περιλαμβάνονται θέματα εφαρμοσμένης πληροφορικής και ξένης νομικής ορολογίας, όπως όλα τα παραπάνω εξειδικεύονται στο πρόγραμμα σπουδών της κάθε κατεύθυνσης.
3. Κάθε διδάσκων παραδίδει ή αποστέλλει στη γραμματεία της Σχολής βαθμολογία για όλους τους εκπαι-δευομένους, εντός δέκα ημερών από την ολοκλήρωση της διδασκαλίας που του έχει ανατεθεί. Η βαθμολογική κλίμακα εκτείνεται από μηδέν έως δεκαπέντε και η βαθμολόγηση καταχωρίζεται από κάθε βαθμολογητή.
4. Εκπαιδευόμενος, ο οποίος λόγω αδικαιολόγητων απουσιών δεν είναι δυνατόν να αξιολογηθεί από διδάσκοντα, θεωρείται ότι βαθμολογείται από αυτόν με μηδέν. Αν η αδυναμία αξιολόγησης οφείλεται σε δικαιολογημένες απουσίες, ο εκπαιδευόμενος δεν βαθμολογείται από τον διδάσκοντα αυτόν. Αν την ύλη ορισμένης διδακτικής ενότητας έχουν καλύψει περισσότεροι από έναν διδάσκοντες, βαθμός προόδου κάθε εκπαιδευομένου σε αυτή τη διδακτική ενότητα είναι ο μέσος όρος των βαθμών, τους οποίους έλαβε από όλους τους διδάσκοντες στην εν λόγω ενότητα.
5. Ο γενικός βαθμός προόδου στο πρώτο στάδιο της κατάρτισης αποτελείται από το μέσο όρο των επί μέρους βαθμών προόδου όλων των διδασκόντων. Οι βαθμοί των διδασκόντων που έχουν καλύψει μέχρι δεκατέσσερις ώρες διδασκαλίας υπολογίζονται με συντελεστή 0,7, ενώ των υπολοίπων με συντελεστή 1.»
Άρθρο 14
1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Το δεύτερο στάδιο της κατάρτισης διαρκεί από την 1η Απριλίου του έτους εγγραφής στη Σχολή έως το τέλος Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.»
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 20 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η διδασκαλία, κατά το στάδιο αυτό, διενεργείται πρωτίστως με την επεξεργασία πραγματικών υποθέσεων, οι οποίες διανέμονται στους εκπαιδευομένους ως δικαστικές αποφάσεις, βουλεύματα, εισαγγελικές προτάσεις ή αντίγραφα δικογραφιών. Η διδασκαλία συνδυάζεται με την οργάνωση τριών τουλάχιστον εικονικών δικών, στις οποίες συμμετέχουν όλοι οι εκπαιδευόμενοι. Η διδασκαλία συνδυάζεται επίσης με εκπαιδευτικές επισκέψεις στα δικαστικά καταστήματα οι οποίες δεν μπορεί να είναι λιγότερες από μία κάθε μήνα, με παρακολούθηση δικών ή άλλων διαδικαστικών ενεργειών μέσω ηλεκτρονικού κυκλώματος, με ανάλυση της νομολογίας, με σεμινάρια, ημερίδες ή διαλέξεις πρακτικού περιεχομένου, κατάρτιση σχεδίων δικαστικών αποφάσεων, εισηγήσεων, προτάσεων, βουλευμάτων ή διατάξεων και με κάθε άλλο μέσο, το οποίο θεωρείται πρόσφορο από τους διδάσκοντες και εγκρίνεται από τον καθ' ύλην αρμόδιο Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, στο πλαίσιο που ορίζει το Συμβούλιο Σπουδών. Μέρος της διδασκαλίας μπορεί να αποτελεί και η συμμετοχή και παρακολούθηση σεμιναρίων, τα οποία πραγματοποιούνται από όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Συμβουλίου της Ευρώπης, με σκοπό την κατάρτιση των υποψήφιων δικαστικών λειτουργών.»
3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 21 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι διατάξεις των παραγράφων 3 έως 5 του άρθρου 19 έχουν εφαρμογή για την αξιολόγηση της προόδου των εκπαιδευομένων και στο δεύτερο στάδιο της κατάρτισης.»
Άρθρο 15
Το άρθρο 22 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 22
Εξετάσεις Αποφοίτησης
1. Το δεύτερο δεκαπενθήμερο του μηνός Δεκεμβρίου, οι εκπαιδευόμενοι οι οποίοι έλαβαν κατά το δεύτερο στάδιο κατάρτισης βαθμό προόδου τουλάχιστον οκτώ, προσέρχονται ενώπιον τριμελούς επιτροπής, σε εξετάσεις αποφοίτησης, οι οποίες περιλαμβάνουν γραπτή δοκιμασία. Η γραπτή δοκιμασία περιλαμβάνει τρεις εξετάσεις επί πρακτικών ζητημάτων, κατά προτίμηση με τη διανομή αντιγράφου δικογραφίας και με τη σύνταξη από τους εκπαιδευομένους σχεδίου εισήγησης ή απόφασης ή εισαγγελικής πρότασης ή βουλεύματος. Για τους εκπαιδευομένους της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης, κυρίως στις ενότητες: α) Σύνταγμα - ατομικές ελευθερίες. β) Ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο - Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. γ) Διοίκηση, διοικητική δράση, διοικητική δίκη και δ) Γενικές αρχές δημοσιονομικού δικαίου, ένδικα βοηθήματα, ένδικα μέσα και διαδικασίες ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή σε σύνθεση των ανωτέρω. Για τους εκπαιδευομένους της κατεύθυνσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, κυρίως στις ενότητες: α) Διαφορές αστικού δικαίου και θέματα πολιτικής δικονομίας. β) Διαφορές εμπορικού δικαίου. γ) Υποθέσεις ποινικού δικαίου και θέματα ποινικής δικονομίας και δ) Ευρωπαϊκό δίκαιο - Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου - Διεθνής Σύμβαση για τα άτομα με αναπηρία ή σε σύνθεση των ανωτέρω. Για τους εκπαιδευομένους της κατεύθυνσης των Εισαγγελέων κυρίως στις ενότητες: α) Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο. β) Θέματα Ποινικής Δικονομίας. γ) Ευρωπαϊκό Ποινικό Δίκαιο και δ) Ειδικοί Ποινικοί Νόμοι ή σε σύνθεση των ανωτέρω.
2. Η εξεταστική επιτροπή συγκροτείται για κάθε κατεύθυνση χωριστά με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η επιτροπή για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης αποτελείται από: α) Έναν Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας. β) Έναν Σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και γ) Έναν Πρόεδρο Εφετών των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων. Η επιτροπή για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης αποτελείται από: α) Έναν Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου. β) Έναν Αρεοπαγίτη και γ) Έναν Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Η επιτροπή για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων αποτελείται από: α) Έναν Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου. β) Έναν Αρεοπαγίτη και γ) Έναν Εισαγγελέα Εφετών.
3. Τα μέλη των παραπάνω επιτροπών ορίζονται, με τους αναπληρωτές τους, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 41 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, όπως ισχύει, και δεν επιτρέπεται να έχουν την ιδιότητα του διδάσκοντος στη Σχολή ή να μετέχουν στα όργανα της διοίκησης. Με την ίδια απόφαση ορίζονται ο γραμματέας κάθε επιτροπής και ο αναπληρωτής του από υπαλλήλους της Σχολής.
4. Η βαθμολογική κλίμακα των εξετάσεων αποφοίτησης για όλες τις δοκιμασίες εκτείνεται από μηδέν έως δεκαπέντε. Η βαθμολόγηση των γραπτών δοκιμίων διενεργείται και από τα τρία μέλη της επιτροπής, τακτικά ή αναπληρωματικά. Οι ενδείξεις των ατομικών στοιχείων των εξεταζομένων στα γραπτά δοκίμια, καθώς και η βαθμολογία κάθε βαθμολογητή καλύπτονται με αδιαφανές χαρτί, το οποίο αφαιρείται ενώπιον της εξεταστικής επιτροπής μετά την ολοκλήρωση της βαθμολόγησης σε όλες τις θεματικές ενότητες. Δεν επιτρέπεται οποιαδήποτε σημείωση των βαθμολογητών επί του γραπτού του εξεταζομένου. Η βαθμολογία παραδίδεται στη γραμματεία της Σχολής εντός πενθημέρου από την κάθε γραπτή δοκιμασία. Ο μέσος όρος των βαθμών των τριών βαθμολογητών αποτελεί το βαθμό του εξεταζομένου σε κάθε γραπτό δοκίμιο.
5. Ο μέσος όρος των βαθμών στις άνω θεματικές ενότητες κάθε κατεύθυνσης αποτελεί το γενικό βαθμό των γραπτών εξετάσεων αποφοίτησης του εκπαιδευόμενου.
6. Θεωρούνται επιτυχόντες όσοι έλαβαν γενικό βαθμό τουλάχιστον οκτώ. Δεκαδικοί πέραν του εκατοστού δεν λαμβάνονται υπόψη.
7. Οι εξετάσεις αποφοίτησης διενεργούνται στο κατάστημα της Σχολής. Το πρόγραμμα, οι δικαστικοί λειτουργοί οι οποίοι επιτηρούν τους εξεταζόμενους, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια, καθορίζονται από την εξεταστική επιτροπή.»
Άρθρο 16
1. Η παρ. 2 του άρθρου 23 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η σειρά επιτυχίας στους πίνακες επιτυχόντων καθορίζεται με βάση το συνυπολογισμό των βαθμών, που κάθε εκπαιδευόμενος έλαβε: α) Κατά τις εισαγωγικές εξετάσεις στη Σχολή, με συντελεστή βαρύτητας ένα (1), β) κατά το πρώτο στάδιο της κατάρτισης, με συντελεστή βαρύτητας τρία δέκατα (0,3) και γ) κατά το δεύτερο στάδιο της κατάρτισης, ο μέσος όρος των βαθμών προόδου και εξετάσεων αποφοίτησης, με συντελεστή βαρύτητας ένα και πέντε δέκατα (1,5). Κάθε βαθμός πολλαπλασιάζεται με τον αντίστοιχο συντελεστή βαρύτητας και το άθροισμα των βαθμών διαιρείται δια του τρία.»
2. Το άρθρο 24 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 24
Κατανομή σε Τμήματα
1. Οι εκπαιδευόμενοι από την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, οι οποίοι περιλαμβάνονται στους πίνακες επιτυχόντων της παραγράφου 1 του άρθρου 23: α. Γνωστοποιούν, μέσα σε τέσσερις εργάσιμες ημέρες μετά την ανάρτηση των πινάκων, με δήλωσή τους στη γραμματεία της Σχολής, το τμήμα ή, κατά σειρά προτίμησης, τα τμήματα που επιθυμούν να ακολουθήσουν και β. Κατατάσσονται σε τμήματα, ανάλογα με τους κλάδους δικαστικών λειτουργών, για τους οποίους είχε προκηρυχθεί ο εισαγωγικός διαγωνισμός, και τις αντίστοιχες οργανικές θέσεις, οι οποίες πρόκειται να πληρωθούν, ως εξής: α. Υποψηφίων δοκίμων Εισηγητών του Συμβουλίου της Επικρατείας. β. Υποψηφίων δοκίμων Εισηγητών του Ελεγκτικού Συνεδρίου και γ. Υποψηφίων Παρέδρων Διοικητικού Πρωτοδικείου.
2. Η κατάταξη γίνεται με απόφαση του Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης στην κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με το βαθμό επιτυχίας της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του παρόντος και τη δήλωση προτίμησης κάθε εκπαιδευομένου, σε συνάρτηση με τις οργανικές θέσεις της προκήρυξης. Μεταξύ των εκπαιδευομένων που έχουν λάβει τον ίδιο βαθμό επιτυχίας, προηγείται εκείνος που έλαβε υψηλότερο βαθμό στις εξετάσεις αποφοίτησης.»
3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 25 του ν. 3689/2008, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Το τρίτο στάδιο της κατάρτισης περιλαμβάνει την πρακτική άσκηση στα δικαστικά καταστήματα και διαρκεί από την 1η Ιανουαρίου έως την 31η Μαΐου του έτους που ακολουθεί το έτος εγγραφής στη Σχολή. Πραγματοποιείται, για όσους μεν επέλεξαν σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 24 τα τμήματα υποψηφίων δοκίμων εισηγητών του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, στα δικαστήρια αυτά, αντιστοίχως, για δε τους λοιπούς στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα, σε δικαστήρια όλων των κλάδων και βαθμών και σε εισαγγελίες.»
4. Η παράγραφος 3 του άρθρου 25 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Κατά τη διάρκεια της πρακτικής άσκησης, οι εκπαιδευόμενοι παρακολουθούν επιπλέον τρία (3) εκπαιδευτικά σεμινάρια, διάρκειας τουλάχιστον είκοσι ωρών το καθένα, σε εξειδικευμένα αντικείμενα της κατεύθυνσης που έχουν επιλέξει, σε ημέρες και ώρες που δεν πραγματοποιείται πρακτική άσκηση. Το περιεχόμενο, ο χρόνος και οι εισηγητές ορίζονται στο πρόγραμμα σπουδών που καταρτίζει το Συμβούλιο Σπουδών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 8 παράγραφος 1. Σε τακτά χρονικά διαστήματα πραγματοποιούνται επίσης ενημερωτικές και εκπαιδευτικές συναντήσεις, στις οποίες είναι υποχρεωτική η συμμετοχή των υπευθύνων της πρακτικής άσκησης. Η συχνότητα, ο τόπος και ο χρόνος των συναντήσεων αυτών καθορίζονται κάθε φορά από τον εποπτεύοντα.»
5. Το άρθρο 28 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 28
Καθορισμός Σειράς στους Πίνακες Αρχαιότητας
Ο τελικός βαθμός, τον οποίο λαμβάνει κάθε εκπαιδευόμενος και με βάση τον οποίο καθορίζεται η σειρά του στον αντίστοιχο πίνακα αρχαιότητας, εξευρίσκεται με το συνυπολογισμό των βαθμών που έλαβε: α) Κατά τις εισαγωγικές εξετάσεις στη Σχολή, με συντελεστή βαρύτητας ένα (1). β) Κατά το πρώτο στάδιο κατάρτισης, με συντελεστή βαρύτητας τρία δέκατα (0,3). γ) Κατά το δεύτερο στάδιο της κατάρτισης, ο μέσος όρος των βαθμών προόδου και εξετάσεων αποφοίτησης, με συντελεστή βαρύτητας ένα και πέντε δέκατα (1,5) και δ) Κατά την πρακτική άσκηση, με συντελεστή βαρύτητας ένα και πέντε δέκατα (1,5). Κάθε βαθμός πολλαπλασιάζεται με τον αντίστοιχο συντελεστή βαρύτητας και το άθροισμα διαιρείται με τον αριθμό τέσσερα. Η γραμματεία της Σχολής, στη συνέχεια, συντάσσει για κάθε τμήμα πίνακα, στον οποίο εγγράφονται οι εκπαιδευόμενοι με βάση τον τελικό βαθμό, ο οποίος αναρτάται στο κατάστημα της Σχολής. Μεταξύ εκπαιδευομένων με τον ίδιο τελικό βαθμό, προηγείται εκείνος που έλαβε υψηλότερο βαθμό κατά το δεύτερο στάδιο κατάρτισης.»
6. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 29 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Κατά τη διάρκεια της παράτασης, οι εκπαιδευόμενοι ασχολούνται με τις ίδιες δραστηριότητες, υφίστανται την αυτή εποπτεία και λαμβάνουν από τη Σχολή τις ίδιες αποδοχές, που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 15.»
7. Η παράγραφος 4 του άρθρου 31 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Οι διοριζόμενοι διανύουν δοκιμαστική υπηρεσία δέκα μηνών.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
ΔΙΑΡΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Άρθρο 17
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 33 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Το Συμβούλιο Σπουδών κάθε κατεύθυνσης, ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της ίδιας κατεύθυνσης, καταρτίζει το μήνα Σεπτέμβριο κάθε έτους πρόγραμμα επιμόρφωσης, το οποίο μπορεί να συμπληρώνεται ή να τροποποιείται με τον ίδιο τρόπο. Για τη διαμόρφωση του προγράμματος λαμβάνονται ιδίως υπόψη οι προτάσεις των δικαστικών λειτουργών, των Προέδρων των Δικαστηρίων και των τριμελών συμβουλίων που διευθύνουν τα δικαστήρια ή των προϊσταμένων των εισαγγελιών, οι οποίες ζητούνται ειδικώς για το σκοπό αυτόν. Το πρόγραμμα αναρτάται στο κατάστημα της Σχολής και δημοσιεύεται σε ειδικό τεύχος, που εκδίδεται από αυτήν. Για προγράμματα επιμόρφωσης των Εισαγγελέων εισήγηση καταθέτει ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης Εισαγγελέων.»
2. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 35 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η απόφαση επιλογής πρέπει να είναι αιτιολογημένη.»
3. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 39 του ν. 3689/ 2008 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Το Συμβούλιο Σπουδών κάθε κατεύθυνσης ορίζει, με απόφασή του που λαμβάνει αμέσως μετά την κατάρτιση του προγράμματος επιμόρφωσης, τριμελή οργανωτική επιτροπή για κάθε επί μέρους πρόγραμμα, και ένα από τα μέλη της, ως υπεύθυνο προγράμματος, από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο α' της παραγράφου 1 του άρθρου 43. Με την ίδια απόφαση ορίζονται επίσης τρία αναπληρωματικά μέλη από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο ίδιο εδάφιο.
2. Η τριμελής οργανωτική επιτροπή, η οποία εποπτεύεται από τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, επικουρούμενο από τον Σύμβουλο Επιμόρφωσης για τα θέματα ευρωπαϊκού δικαίου, εξειδικεύει το κάθε επί μέρους πρόγραμμα, ορίζει, αντικαθιστά και συντονίζει τους εισηγητές και όσους προεδρεύουν στις συνεδριάσεις. Ο υπεύθυνος προγράμματος, ο οποίος δεν πρέπει να έχει την ιδιότητα του εισηγητή, είναι αρμόδιος για την επίλυση οποιουδήποτε οργανωτικού ζητήματος και γενικά επιμελείται της εφαρμογής του προγράμματος.»
4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 41 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με απόφαση του Συμβουλίου Σπουδών κάθε κατεύθυνσης, η οποία λαμβάνεται ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της ίδιας κατεύθυνσης ή, κατά περίπτωση, του Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης Εισαγγελέων, μπορεί να διοργανώνονται από τη Σχολή, είτε αυτοτελώς είτε σε συνεργασία με αντίστοιχους δικαστικούς ή εκπαιδευτικούς φορείς των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ειδικά προγράμματα κατάρτισης ή επιμόρφωσης για δικαστικούς λειτουργούς που προέρχονται από τα κράτη αυτά ή από τρίτες χώρες. Για το σκοπό αυτόν, η Σχολή συμμετέχει, αντιστοίχως, στις δραστηριότητες του «Ευρωπαϊκού Δικτύου για τη Δικαστική Εκπαίδευση» (EJTN) και του «Ευρωπαϊκού Δικτύου ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των υπευθύνων ή των φορέων που παρέχουν Δικαστική Εκπαίδευση» (Δίκτυο της Λισσαβόνας).»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
Άρθρο 18
Το άρθρο 43 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 43
Εκπαιδευτικό Προσωπικό
1.α. Η κατάρτιση και η επιμόρφωση παρέχονται από: αα. Εν ενεργεία δικαστικούς λειτουργούς με βαθμό τουλάχιστον Παρέδρου του Συμβουλίου Επικρατείας ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Εφέτη ή Αντεισαγγελέα Εφετών των Πολιτικών και Ποινικών Δικαστηρίων και Εφέτη των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων. ββ. Μέλη ΔΕΠ ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων από τη βαθμίδα του αναπληρωτή καθηγητή και άνω. γγ. Μέλη διοικητικών συμβουλίων εγνωσμένου κύρους επιστημονικών ενώσεων, δημόσιους λειτουργούς, δικηγόρους με δεκαπενταετή τουλάχιστον δικηγορική υπηρεσία και άλλους ημεδαπούς ή αλλοδαπούς ειδικούς επιστήμονες. Σε αυτούς εντάσσονται για περιορισμένο αριθμό ωρών διδασκαλίας και επίτιμοι ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί, όπως και ομότιμοι καθηγητές ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, λόγω της γενικής επιστημονικής αναγνώρισής τους ή της εμπειρίας τους στο αντικείμενο. δδ. Καθηγητές ξένων γλωσσών με εξειδικευμένη κατάρτιση και πείρα, συναφή προς τη διδακτέα ύλη για τη διδασκαλία των ξένων γλωσσών, όπως και ειδικοί στη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών για τη διδασκαλία θεμάτων εφαρμοσμένης πληροφορικής.
β. Το αρμόδιο Συμβούλιο Σπουδών το Σεπτέμβριο κάθε έτους, αμέσως μετά την κατά το άρθρο 18 παράγραφο 1 κατάρτιση του προγράμματος Σπουδών, καθορίζει τις κατηγορίες των διδασκόντων που θα διδάξουν καθένα από τα προβλεπόμενα στο πρόγραμμα μαθήματα, καθώς και τον αριθμό τους, φροντίζοντας κατά το δυνατόν για τη συμμετοχή διδασκόντων από όλες τις πιο πάνω κατηγορίες. Αμέσως μετά, ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής αποστέλλει τη σχετική απόφαση σε όλα τα δικαστήρια και τις εισαγγελίες της χώρας, τους προέδρους των Νομικών Τμημάτων, καθώς και στους προέδρους των Δικηγορικών Συλλόγων Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών μεριμνά για τη γνωστοποίηση της ανακοίνωσης σε όλους τους άλλους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας.
γ. Μέχρι το τέλος Οκτωβρίου του ίδιου έτους, οι ενδιαφερόμενοι που ανήκουν στις κατηγορίες (αα') και (γγ') του εδαφίου α' αυτής της παραγράφου καταθέτουν ή αποστέλλουν στη Σχολή σχετική αίτηση συνοδευόμενη από βιογραφικό σημείωμα, στο οποίο αναγράφονται τα τυπικά προσόντα και η εμπειρία τους στο συγκεκριμένο αντικείμενο που επιθυμούν να διδάξουν. Μέσα στην ίδια προθεσμία, τα Νομικά Τμήματα αποστέλλουν κατάσταση καθηγητών που επιθυμούν να διδάξουν στη Σχολή.
δ. Μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου κάθε έτους συγκαλείται το αρμόδιο Συμβούλιο Σπουδών για να καταρτίσει τον πίνακα των διδασκόντων, μετά από ειδικά αιτιολογημένη εισήγηση του Γενικού Διευθυντή για κάθε διδάσκοντα. Κριτήρια για την επιλογή των διδασκόντων που ανήκουν στις κατηγορίες (αα') και (γγ') του εδαφίου α' αυτής της παραγράφου είναι: αα) η συγγραφή βιβλίων ή μελετών σχετικών με το αντικείμενο της διδασκαλίας, ββ) η ύπαρξη διδακτορικού ή μεταπτυχιακού τίτλου σχετικού με το αντικείμενο διδασκαλίας, γγ) η ειδική ενασχόλησή τους με το αντικείμενο διδασκαλίας, δδ) η συμμετοχή τους σε συνέδρια ή ημερίδες σε αντικείμενα σχετικά με το αντικείμενο της διδασκαλίας και εε) ειδικά για τους δικαστικούς λειτουργούς, οι εκθέσεις αξιολόγησής τους κατά τα τελευταία δέκα έτη.
ε. Στον πίνακα ορίζεται συγκεκριμένα το ή τα μαθήματα που θα διδάξει κάθε διδάσκων και οι ώρες διδασκαλίας. Ο πίνακας εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής μέχρι τις 15 Ιανουαρίου του επόμενου της κατάρτισής του έτους. Η εγγραφή στον πίνακα διδασκόντων ισχύει για μία τριετία, η οποία μπορεί να ανανεώνεται διαδοχικά μέχρι δύο ακόμη τριετίες.
2. Το ωριαίο πρόγραμμα διδασκαλίας καταρτίζεται με απόφαση του Γενικού Διευθυντή, μετά από εισήγηση του αρμόδιου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης.
3. Με απόφαση του Γενικού Διευθυντή, η οποία εκδίδεται μετά από πρόταση του αρμόδιου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, μπορεί, πέραν του προγράμματος, σε ώρες που δεν πραγματοποιείται διδασκαλία να ανατίθεται η διενέργεια διαλέξεων, που δεν υπερβαίνουν τις δύο κατ' έτος για κάθε καλούμενο.
4. Διδάσκων που δεν είναι συνεπής στην εκτέλεση των καθηκόντων του, ματαιώνοντας ή μεταθέτοντας το χρόνο πραγματοποίησης των μαθημάτων του δύο κατ' ανώτατο όριο φορές στη διάρκεια ενός έτους, διαγράφεται από τον κατάλογο των διδασκόντων μόλις ολοκληρώσει τα εκπαιδευτικά του καθήκοντα. Το Συμβούλιο Σπουδών μπορεί να αποφασίσει και την άμεση αποβολή και αντικατάστασή του, αν η πιο πάνω ασυνέπεια παρατηρηθεί ήδη με την έναρξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας και υπάρχει άμεσος κίνδυνος αναστάτωσης του προγράμματος διδασκαλίας.»
Άρθρο 19
Το άρθρο 44 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 44
Διοικητικό Προσωπικό - Διάρθρωση Υπηρεσιών
1. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών συνιστώνται: α. Μία θέση Γενικού Διευθυντή. β. Μία θέση Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης για την κατεύθυνση της Διοικητικής δικαιοσύνης. γ. Μία θέση Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης. δ. Μία θέση Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης Εισαγγελικών Λειτουργών. ε. Μία θέση Συμβούλου Επιμόρφωσης για θέματα ευρωπαϊκού δικαίου.
2.α. Οι θέσεις των υπαλλήλων της Σχολής ορίζονται σε δώδεκα. Διακρίνονται σε κατηγορίες και κατανέμονται ανά κλάδο ως εξής: αα. πέντε θέσεις ΠΕ Γραμματέων, ββ. δύο θέσεις ΠΕ Οικονομολόγων, γγ. μία θέση ΠΕ Πληροφορικής, δδ. δύο θέσεις ΔΕ Γραμματέων, εε. μία θέση TE βιβλιοθηκονόμου, στστ. μία θέση ΔΕ οδηγού ή οδηγού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου.
β. Οι οργανικές μονάδες της Σχολής συγκροτούν τη Διεύθυνση Διοίκησης και Οικονομικού, η οποία διαρθρώνεται ως εξής: αα. Τμήμα Διοικητικής Μέριμνας. ββ. Τμήμα Οικονομικού Προγραμματισμού. γγ. Τμήμα Εφαρμογής Προγραμμάτων Επιμόρφωσης. δδ. Αυτοτελές Γραφείο Διεθνών Σχέσεων.
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής, καθορίζονται οι αρμοδιότητες των οργανικών της μονάδων. Με όμοια απόφαση συνιστώνται, αναδιαρθρώνονται, συγχωνεύονται ή καταργούνται κλάδοι και θέσεις κάθε βαθμού ή ειδικότητας μονίμου ή με οποιαδήποτε σχέση προσωπικού και προσδιορίζονται ειδικά τυπικά προσόντα κάθε κλάδου ή ειδικότητας.
4. Οι θέσεις του διοικητικού προσωπικού πληρούνται είτε με απόσπαση, κατά τα προβλεπόμενα στην επόμενη παράγραφο, είτε με διορισμό ή πρόσληψη, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3812/2009 (ΦΕΚ 234 Α').
5.α. Επιτρέπεται να αποσπώνται στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών δικαστικοί υπάλληλοι και υπάλληλοι φορέων που εποπτεύονται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Προτιμώνται από τους υπαλλήλους της κατηγορίας ΠΕ εκείνοι, οι οποίοι αποδεδειγμένα γνωρίζουν σε άριστο βαθμό μία ή περισσότερες ξένες γλώσσες. Η απόσπαση διαρκεί για χρονικό διάστημα τριών ετών, το οποίο μπορεί να παρατείνεται για μία ακόμη τριετία, και ακόμη περαιτέρω στις περιπτώσεις που δεν υπάρχουν άλλοι ενδιαφερόμενοι. Για τους υπαλλήλους εκείνους που ασχολούνται με το σχεδιασμό, τον προγραμματισμό, την υλοποίηση και τη διαχείριση των χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση δράσεων, η απόσπαση μπορεί να παρατείνεται μέχρι τη λήξη των προγραμμάτων αυτών.
β. Οι αποσπασμένοι κάθε φορά δικαστικοί υπάλληλοι στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, που θεωρείται δικαστική υπηρεσία, πρέπει κατ' αρχήν να προέρχονται ισομερώς από το προσωπικό των γραμματειών των Δικαστηρίων της Διοικητικής Κατεύθυνσης και από αυτό των γραμματειών των Πολιτικών και Ποινικών Δικαστηρίων και των Εισαγγελιών τους.
γ. Η απόσπαση διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής, μετά από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή της και αιτιολογημένη απόφαση του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Η απόσπαση του υπαλλήλου μπορεί να διακόπτεται με την ίδια διαδικασία και πριν από τη λήξη του χρόνου απόσπασης. Δικαστικός υπάλληλος, του οποίου η απόσπαση δεν ανανεώθηκε ή διακόπηκε για οποιονδήποτε λόγο, δεν επιτρέπεται να αποσπασθεί εκ νέου στη Σχολή.
δ. Οι αποσπασμένοι κάθε φορά στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών υπάλληλοι λαμβάνουν το επίδομα του καταργηθέντος με το ν. 3697/2008 ειδικού λογαριασμού «Εύρυθμη λειτουργία υπηρεσιών αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.»
Άρθρο 20
Το άρθρο 45 του ν. 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 45
Λοιπές Ρυθμίσεις
1. Με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου, μπορεί να ιδρύεται στη Σχολή κατεύθυνση Ειρηνοδικών. Με όμοιο διάταγμα ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με τη διενέργεια εισαγωγικών διαγωνισμών της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών για ειρηνοδίκες, καθώς και την κατάρτιση και εκτέλεση εκπαιδευτικών ή ενημερωτικών γι' αυτούς προγραμμάτων.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής μετά από πρόταση προς αυτό του Γενικού Διευθυντή και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται, κατά τις κείμενες διατάξεις, οι κάθε είδους αποζημιώσεις και αμοιβές, δαπάνες μετακίνησης, διαμονής, υπερωριακής εργασίας και γενικώς κάθε δαπάνη σχετική με την κατάρτιση των εκπαιδευομένων και την επιμόρφωση των δικαστικών λειτουργών που καταβάλλονται: α. Στον Γενικό Διευθυντή και στους Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης. β. Στον Πρόεδρο και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και των Συμβουλίων Σπουδών. γ. Στο διδακτικό προσωπικό της Σχολής, στους δικαστικούς και άλλους δημόσιους λειτουργούς και υπαλλήλους, που αναλαμβάνουν είτε την κατάρτιση των εκπαιδευομένων είτε την επιμόρφωση των δικαστικών λειτουργών και δεν ανήκουν στο διδακτικό προσωπικό της Σχολής. δ. Στους δικαστικούς λειτουργούς, που συμμετέχουν στα προγράμματα επιμόρφωσης και ε. Στα μέλη της επιτροπής του εισαγωγικού διαγωνισμού και των εξεταστικών επιτροπών, στους βαθμολογητές, στους εξεταστές, στους επιτηρητές και στο λοιπό προσωπικό που απασχολείται με τη διεξαγωγή των παραπάνω διαγωνισμών και εξετάσεων, αλλά και όλων των εξετάσεων που διενεργούνται στη Σχολή κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης.
3. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων η οποία εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Γενικού Διευθυντή, πραγματοποιείται εκκαθάριση των αρχείων της Σχολής. Κατά την εκκαθάριση των αρχείων καταστρέφονται τα έγγραφα τα οποία δεν έχουν υπηρεσιακή χρησιμότητα ή ιστορική αξία. Η καταστροφή πραγματοποιείται από τριμελή επιτροπή, που αποτελείται από τον Προϊστάμενο Διεύθυνσης και δύο υπαλλήλους της Σχολής και συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Διευθυντή. Η επιτροπή συντάσσει αναλυτικό πρωτόκολλο καταστροφής.
4. Η Σχολή στις δικαστικές και γενικώς σε όλες τις νομικές της υποθέσεις εξυπηρετείται από το γραφείο Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.»
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ
Άρθρο 21
Νομική υπόσταση
1. Το Ινστιτούτο Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων του ν.δ. 4561/1966 (ΦΕΚ 204 Α'), μετατρέπεται σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
2. Το Ινστιτούτο τελεί υπό την εποπτεία των Υπουργείων Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Εξωτερικών.
Άρθρο 22
Σκοποί
Σκοποί του Ινστιτούτου είναι:
1. Η επιστημονική έρευνα των προβλημάτων του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Σχέσεων και κυρίως η επιστημονική παρακολούθηση των Διεθνών και Ευρωπαϊκών Κειμένων στους τομείς του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου.
2. Η μελέτη των Διεθνών Σχέσεων της χώρας με τα άλλα κράτη και τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς (Ευρωπαϊκή Ενωση, ΟΗΕ, Συμβούλιο της Ευρώπης κ.λπ.), καθώς και η μελέτη του Διπλωματικού Δικαίου.
3. Η παροχή πληροφοριών στα Υπουργεία, τα Δικαστήρια, Νομοπαρασκευαστικές Επιτροπές και Επιτροπές της Βουλής, καθώς και στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών σχετικά με τα πιο πάνω αντικείμενα μελέτης.
4. Η πληροφόρηση του κοινού σχετικά με τα πιο πάνω αντικείμενα μελέτης.
Άρθρο 23
Αρμοδιότητες
Για την εκπλήρωση των σκοπών του, το Ινστιτούτο:
1. Οργανώνει βιβλιοθήκη, η οποία είναι ανοικτή στο κοινό όλες τις εργάσιμες ημέρες, σε ώρες που προσδιορίζονται από τον κανονισμό λειτουργίας του Ινστιτούτου,
2. οργανώνει μαθήματα, συνέδρια ή επιστημονικές ημερίδες στους επιστημονικούς τομείς του ενδιαφέροντός του, αυτοτελώς ή σε συνεργασία με άλλους φορείς,
3. διεξάγει ερευνητικά προγράμματα στους τομείς αυτούς, αυτοτελώς ή σε συνεργασία με άλλα επιστημονικά ιδρύματα, ελληνικά ή ξένα,
4. χορηγεί γνωμοδοτήσεις σε ιδιώτες στου τομείς τους οποίους υπηρετεί,
5. υποβάλλει στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ετήσια έκθεση που αναφέρεται: (α) στη διεθνή κίνηση στο χώρο του Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου και των Διεθνών Σχέσεων, (β) στο έργο του Ινστιτούτο και (γ) στις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η Ελλάδα στο πλαίσιο των διεθνών της σχέσεων. Η ίδια έκθεση υποβάλλεται επίσης στον Υπουργό Εξωτερικών, στον Πρόεδρο της Βουλής, στους Προέδρους των τριών Ανώτατων Δικαστηρίων, στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης.
Άρθρο 24
Διεύθυνση
1. Το Ινστιτούτο διευθύνεται από Διευθυντή, που ορίζεται για τριετή θητεία με κοινή απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μετά από εισήγηση του τελευταίου. Η πλήρωση της θέσης του Διευθυντή προκηρύσσεται δύο τουλάχιστον μήνες πριν από τη λήξη της θητείας του προηγούμενου Διευθυντή. Επί των υποψηφιοτήτων, αποφασίζει το Διοικητικό Συμβούλιο του Ινστιτούτου, το οποίο εισηγείται σχετικά στους Υπουργούς Εξωτερικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η προθεσμία και ο τρόπος υποβολής των υποψηφιοτήτων καθορίζονται στον Κανονισμό Λειτουργίας του Ινστιτούτου.
2. Ως Διευθυντής του Ινστιτούτου προσλαμβάνεται μέλος του διδακτικού προσωπικού Νομικού Τμήματος ημεδαπού ή αλλοδαπού πανεπιστημίου, από τη βαθμίδα του καθηγητή ή αναπληρωτή καθηγητή, πλήρους ή μερικής απασχόλησης ή από αντίστοιχες αυτών βαθμίδες ξένων πανεπιστημίων. Διευθυντής μπορεί επίσης να διορισθεί πρόσωπο που έχει διατελέσει καθηγητής εφόσον δεν έχει συμπληρώσει το εξηκοστό έβδομο έτος της ηλικίας του.
3. Ο Διευθυντής λαμβάνει μηνιαία αποζημίωση, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1/6 των μηνιαίων τακτικών αποδοχών ή της σύνταξης που λαμβάνει ως καθηγητής πανεπιστημίου και καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
4. Ο Διευθυντής αποχωρεί υποχρεωτικώς μετά τη συμπλήρωση του 70ου έτους της ηλικίας του.
5. Ο Διευθυντής:
α. έχει τη γενική επιστημονική διεύθυνση του Ινστιτούτου,
β. εκτελεί τις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου,
γ. συντάσσει την ετήσια έκθεση του άρθρου 23 περίπτωση 5, στηριζόμενος στις επιμέρους εκθέσεις που υποβάλλουν οι τέσσερεις Διευθυντές Τμημάτων του Ινστιτούτου,
δ. με βάση τις προτάσεις των Διευθυντών των Τμημάτων, εισηγείται στο Διοικητικό Συμβούλιο το σχέδιο δράσης του Ινστιτούτου για τον επόμενο χρόνο, καθώς και τον απολογισμό δράσης του προηγούμενου χρόνου,
ε. εισηγείται στο Διοικητικό Συμβούλιο τον οικονομικό προϋπολογισμό κάθε έτους και τον απολογισμό του προηγούμενου,
στ. εισηγείται στο Διοικητικό Συμβούλιο σχετικά με κάθε άλλο θέμα που αφορά τη λειτουργία του Ινστιτούτου,
ζ. εκπροσωπεί το Ινστιτούτο.
6. Ο αρχαιότερος από τους Διευθυντές των Τμημάτων αναπληρώνει στο έργο του τον Διευθυντή του Ινστιτούτου, όταν απουσιάζει, ελλείπει ή κωλύεται.
Άρθρο 25
Διοικητικό Συμβούλιο
1. Το Ινστιτούτο διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο απαρτίζεται από:
α. τον Προϊστάμενο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Θεσσαλονίκης, ως Πρόεδρο, που αναπληρώνεται από τον αρχαιότερο Πάρεδρο του αυτού Γραφείου,
β. τον Πρόεδρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, ως Αντιπρόεδρο, που αναπληρώνεται από τον Αντιπρόεδρο της Εταιρείας,
γ. τον Διευθυντή του Τομέα Διεθνών Σπουδών του Τμήματος Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που αναπληρώνεται από τον αμέσως νεότερο στην ιεραρχία καθηγητή του ίδιου Τομέα,
δ. τον Διευθυντή του Τομέα Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικής Επιστήμης του Τμήματος Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που αναπληρώνεται από τον αμέσως νεότερο στην ιεραρχία καθηγητή του ίδιου Τομέα,
ε. τον Διευθυντή του Τομέα Εμπορικού και Οικονομικού Δικαίου του Τμήματος Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που αναπληρώνεται από τον αμέσως νεότερο στην ιεραρχία καθηγητή του ίδιου Τομέα,
στ. τον Διευθυντή του Τομέα Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών του Τμήματος Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που αναπληρώνεται από τον αμέσως νεότερο στην ιεραρχία καθηγητή του ίδιου Τομέα,
ζ. τον Διευθυντή της Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, που αναπληρώνεται νομίμως,
η. τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, που αναπληρώνεται νομίμως,
θ. τον Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που αναπληρώνεται νομίμως και
ι. τον Διευθυντή του Ινστιτούτου, ως εισηγητή χωρίς ψήφο. Χωρίς ψήφο μπορούν επίσης να παρίστανται για θέματα του Τμήματός τους και οι Διευθυντές των Τμημάτων.
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο:
α) παρακολουθεί τη λειτουργία του Ινστιτούτου,
β) καταρτίζει, συμπληρώνει ή τροποποιεί τον κανονισμό λειτουργίας του Ινστιτούτου,
γ) διαχειρίζεται και διαθέτει τους πόρους και την περιουσία του Ινστιτούτου,
δ) συντάσσει κάθε χρόνο τον απολογισμό της δράσης του Ινστιτούτου και καταρτίζει το σχέδιο για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του τον επόμενο χρόνο,
ε) εγκρίνει την ετήσια έκθεση που συντάσσει ο Διευθυντής του Ινστιτούτου σχετικά με τη διεθνή κίνηση στο χώρο του Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου και των Διεθνών Σχέσεων, το έργο του Ινστιτούτου και τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η Ελλάδα στο πλαίσιο των διεθνών της σχέσεων και την υποβάλλει στους αποδέκτες της, σύμφωνα με το άρθρο 23,
στ) συντάσσει τον ετήσιο προϋπολογισμό και απολογισμό του Ινστιτούτου, τον οποίο υποβάλλει προς έγκριση στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
3. Το Διοικητικό Συμβούλιο συνέρχεται σε τακτική συνεδρία κάθε δύο μήνες και όποτε υπάρχει ανάγκη, εφόσον το ζητήσει ο Διευθυντής του ή τουλάχιστον δύο μέλη του Διοικητικού του Συμβουλίου.
4. Το Διοικητικό Συμβούλιο συγκαλείται από τον Πρόεδρό του ή τον νόμιμο αναπληρωτή του και βρίσκεται σε απαρτία όταν συμμετέχουν τουλάχιστον πέντε μέλη του.
5. Οι αποφάσεις του λαμβάνονται με πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.
6. Χρέη γραμματέα του Διοικητικού Συμβουλίου εκτελεί ένας από τους γραμματείς του Ινστιτούτου, ο οποίος ορίζεται από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου.
Άρθρο 26
Επιστημονικά τμήματα
1. Το Ινστιτούτο αποτελείται από τέσσερα Τμήματα:
1) Τμήμα Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων.
2) Τμήμα Διεθνούς Συνταγματικού και Διοικητικού Δικαίου.
3) Τμήμα Διεθνούς Ποινικού Δικαίου.
4) Τμήμα Διεθνούς Εμπορικού Δικαίου.
2. Κάθε Τμήμα διευθύνεται από Διευθυντή, ο οποίος είναι μέλος του διδακτικού προσωπικού του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, από τις βαθμίδες του καθηγητή ή αναπληρωτή καθηγητή, και προέρχεται αντίστοιχα από τους Τομείς (α) Διεθνών Σπουδών, (β) Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικής Επιστήμης, (γ) Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών και (δ) Εμπορικού και Οικονομικού Δικαίου του Τμήματος Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
3. Ο Διευθυντής του Τμήματος εκλέγεται από τα μέλη του αντίστοιχου Τομέα, για μία μόνο θητεία δύο ετών.
4. Ο Διευθυντής του Τμήματος έχει τα ακόλουθα καθήκοντα:
α. συντάσσει το σχέδιο δράσης του Τμήματος για τον επόμενο χρόνο και το υποβάλλει στον Διευθυντή του Ινστιτούτου,
β. συντάσσει τον απολογισμό δράσης του προηγούμενου έτους και τον υποβάλλει στον Διευθυντή του Ινστιτούτου,
γ. φροντίζει για την υλοποίηση του σχεδίου δράσης,
δ. υπογράφει τις γνωμοδοτήσεις του Ινστιτούτου σε θέματα που εντάσσονται στο επιστημονικό πεδίο του Τμήματος,
ε. ετοιμάζει την ετήσια έκθεση του άρθρου 23 περίπτωση 5, στο μέρος που αφορά τα θέματα του Τμήματος που προΐσταται και την υποβάλλει στο Διευθυντή του Ινστιτούτου.
5. Ο Διευθυντής λαμβάνει μηνιαία αποζημίωση, η οποία είναι κοινή για όλους τους Διευθυντές των Τμημάτων, δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1/2 της αποζημίωσης που χορηγείται στον Διευθυντή του Ινστιτούτου και καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Άρθρο 27
Προσωπικό
1. Το προσωπικό του Ινστιτούτου διακρίνεται σε επιστημονικό και διοικητικό.
2. Το επιστημονικό προσωπικό διακρίνεται σε κύριο και βοηθητικό. Οι θέσεις του κυρίου επιστημονικού προσωπικού ορίζονται σε τέσσερεις (τακτικοί επιστημονικοί συνεργάτες), μία σε κάθε Τμήμα, στις οποίες προσλαμβάνονται κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος του οικείου αντικειμένου, που πρέπει να γνωρίζουν καλά δύο τουλάχιστον ξένες γλώσσες. Οι θέσεις του βοηθητικού επιστημονικού προσωπικού, ορίζονται επίσης σε τέσσερεις (επιστημονικοί βοηθοί), μία σε κάθε τμήμα, και σε αυτές διορίζονται υποψήφιοι διδάκτορες του οικείου αντικειμένου. Ο αριθμός των θέσεων, η διαδικασία κάλυψής τους, η αμοιβή, τα ειδικότερα προσόντα, τα καθήκοντα και υποχρεώσεις του επιστημονικού προσωπικού καθορίζονται στον κανονισμό λειτουργίας του Ινστιτούτου, που προβλέπεται στο άρθρο 30. Η υπηρεσία του επιστημονικού προσωπικού δεν είναι ασυμβίβαστη με την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος.
3. Οι θέσεις του διοικητικού προσωπικού ορίζονται σε τρεις: μία θέση TE βιβλιοθηκονόμου και δύο θέσεις ΔΕ γραμματέων. Τα προσόντα και η διαδικασία διορισμού και η αμοιβή του προσωπικού ορίζονται με τον κανονισμό λειτουργίας του Ινστιτούτου.
Άρθρο 28
Πόροι
Πόροι του Ινστιτούτου είναι:
α) Ετήσια επιχορήγηση του Κράτους, που εγγράφεται στον Προϋπολογισμό του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και προσδιορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
β) Τα έσοδα από τις επιστημονικές πληροφορίες και γνωμοδοτήσεις που παρέχει το Ινστιτούτο.
γ) Τα έσοδα από την πώληση των δημοσιευμάτων του.
δ) Χορηγίες, δωρεές και κληροδοτήματα προς το Ινστιτούτο.
ε) Πρόσοδοι από την περιουσία του Ινστιτούτου.
στ) Πρόσοδοι από κάθε άλλη πηγή. Η οικονομική διαχείριση του Ινστιτούτου υπάγεται στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Άρθρο 29
Χορηγοί
Ανακηρύσσονται χορηγοί του Ινστιτούτου και ως τέτοιοι αναγράφονται σε όλα τα δημοσιεύματά του, τα ημεδαπά ή αλλοδαπά Πανεπιστήμια και λοιπά Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, τα οποία παρέχουν στο Ινστιτούτο ετήσια χορηγία τουλάχιστον 3.000 ευρώ. Τα πρόσωπα αυτά αποκτούν το δικαίωμα της δωρεάν χρήσης όλων των υπηρεσιών που προσφέρει το Ινστιτούτο.
Άρθρο 30
Κανονισμός λειτουργίας
1. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εξωτερικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου, εγκρίνεται ο κανονισμός λειτουργίας του Ινστιτούτου. Η απόφαση δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
2. Με τον κανονισμό καθορίζονται ο τρόπος λειτουργίας του Ινστιτούτου για την επίτευξη των σκοπών του, ο αριθμός, τα προσόντα των συνεργατών του και κάθε άλλη λεπτομέρεια που αφορά τη λειτουργία του. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εξωτερικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζονται η διαδικασία διορισμού και η αμοιβή των συνεργατών.
Άρθρο 31
Παροχές - συνεργασία
1. Το Ινστιτούτο στεγάζεται δωρεάν σε κατάλληλες αίθουσες που παραχωρούνται από το Δημόσιο.
2. Το Ινστιτούτο εκτυπώνει τα δημοσιεύματά του σε χαρτί που παρέχεται σε αυτό δωρεάν στο Εθνικό Τυπογραφείο.
3. Το Ινστιτούτο συνεργάζεται με το Ελληνικό Ινστιτούτο Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου.
ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ
ΛΟΙΠΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 32
Η παράγραφος 1 του άρθρου 3 του α.ν. 1712/1939 (ΦΕΚ 163 Α'), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου, προσλαμβάνεται Διευθυντής του Ινστιτούτου με τριετή σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, η οποία ανανεώνεται με την ίδια διαδικασία, καθηγητής ή αναπληρωτής καθηγητής, πλήρους ή μερικής απασχόλησης ή ομότιμος καθηγητής Νομικού Τμήματος ημεδαπής ή αλλοδαπής Πανεπιστημιακής Σχολής, ο οποίος γνωρίζει άριστα δύο ξένες γλώσσες, από τις οποίες η μία είναι η αγγλική, η γαλλική ή η γερμανική και προΐσταται του Ινστιτούτου. Ο Διευθυντής αποχωρεί αυτοδικαίως με τη συμπλήρωση του εβδομηκοστού δευτέρου (72ου) έτους της ηλικίας του.»
2. Η παράγραφος 4 του ανωτέρω άρθρου και νόμου αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων προσλαμβάνεται Υποδιευθυντής με τριετή σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, επίκουρος καθηγητής, πλήρους ή μερικής απασχόλησης, ή δικηγόρος στον Άρειο Πάγο, κάτοχος διδακτορικού τίτλου σπουδών, ο οποίος γνωρίζει άριστα δύο ξένες γλώσσες, από τις οποίες η μία είναι η αγγλική, η γαλλική ή η γερμανική. Ο Υποδιευθυντής αποχωρεί αυτοδικαίως με τη συμπλήρωση του εβδομηκοστού δευτέρου (72ου) έτους της ηλικίας του. Η θέση του Υποδιευθυντή δεν είναι ασυμβίβαστη με την άσκηση δικηγορίας.»
Άρθρο 33
Τροποποίηση του Κώδικα Δικηγόρων
Στο άρθρο 6 του ν.δ. 3026/1954 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής και η παράγραφος 5 αναριθμείται σε 6:
«5. Μέρος της άσκησης, διάρκειας έως έξι μηνών, μπορεί να γίνει στο πολιτικό και διοικητικό Εφετείο ή Πρωτοδικείο ή στην αντίστοιχη Εισαγγελία της έδρας του Δικηγορικού Συλλόγου που είναι εγγεγραμμένος ο ασκούμενος. Ο αριθμός των ασκουμένων, η κατανομή αυτών σε τμήματα και η εξειδίκευση των καθηκόντων που θα επιτελούν, καθορίζονται από τα όργανα διοίκησης του Εφετείου, Πρωτοδικείου ή της Εισαγγελίας, μετά από γνώμη του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου. Ο ασκούμενος λαμβάνει αμοιβή που καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.»
Άρθρο 34
Μεταβατικές διατάξεις
1. Ο Γενικός Διευθυντής και οι Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, που υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, παραμένουν στις θέσεις τους μέχρι την επιλογή και ανάληψη των καθηκόντων τους από τους νέους.
2. Την 30ή Ιουνίου 2011 λήγουν οι αποσπάσεις των υπαλλήλων που μέχρι τότε έχουν συμπληρώσει περισσότερα από έξι έτη απόσπασης στη Σχολή. Στην οικονομική υπηρεσία η απόσπαση μπορεί να παρατείνεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, μετά από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή για όσο χρόνο κρίνεται ότι είναι αναγκαίο, προκειμένου να μη διαταραχθεί η εύρυθμη λειτουργία της Σχολής.
3. Ο υφιστάμενος πίνακας διδασκόντων ισχύει, μέχρι την έναρξη ισχύος του νέου πίνακα, μόνο για εκείνους τους διδάσκοντες στους οποίους έχει ανατεθεί η διδασκαλία συγκεκριμένων μαθημάτων ή ορισμένης ύλης από κάθε μάθημα, συνεχώς στα τρία τελευταία πριν από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έτη.
4. Οι διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 3689/2008, όπως αντικαθίστανται με το άρθρο 15, ισχύουν και για τους εκπαιδευόμενους που φοιτούν ήδη στη Σχολή, χωρίς να επηρεάζεται ο χρόνος των εξετάσεων αυτών. Για αυτούς έχει επίσης εφαρμογή και η διάταξη που αφορά τον τόπο πραγματοποίησης της πρακτικής άσκησης.
5. Η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 31 του ν. 3689/2008, όπως αντικαθίσταται με την παράγραφο 7 του άρθρου 16, εφαρμόζεται και σε όσους δικαστικούς λειτουργούς πραγματοποιούν τη δοκιμαστική τους θητεία κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.
6. Οι υπηρετούντες κατά τη θέση σε ισχύ του παρόντος στο Ινστιτούτο Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων, μόνιμοι υπάλληλοι και υπάλληλοι αορίστου χρόνου ιδιωτικού δικαίου, εντάσσονται με αντίστοιχη δέσμευση κενών οργανικών θέσεων, σε προσωποπαγείς θέσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και μπορούν να αποσπώνται, με αίτησή τους, στο Ινστιτούτο για τρία (3) έτη με δυνατότητα ανανέωσης. Οι υπηρετούντες υπάλληλοι με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου ιδιωτικού δικαίου σε θέση επιστημονικού βοηθού, διατηρούν το δικαίωμα άσκησης της δικηγορίας. Για τους μονίμους υπηρετούντες υπαλλήλους κατά τη θέση σε ισχύ του παρόντος, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 103/1975. Το Ινστιτούτο αναλαμβάνει τη δαπάνη καταβολής του προβλεπόμενου στο ν. 103/1975 εφάπαξ χρηματικού βοηθήματος.
Άρθρο 35
Καταργούμενες διατάξεις
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται:
α) το ν.δ. 4561/1966,
β) το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 3689/2008,
γ) οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 21 του ν. 3689/ 2008.
Άρθρο 36
Παράταση αναστολής πλειστηριασμών πρώτης ή μοναδικής κατοικίας
Στην παράγραφο 1 του άρθρου 19 του ν. 3869/2010 (ΦΕΚ 130 Α') η φράση «Για έξι μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως» αντικαθίσταται από τη φράση «Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και μέχρι την 30ή Ιουνίου 2011».
Άρθρο 37
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε επί μέρους διατάξεις του.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 7 Φεβρουαρίου 2011